Όροφος έκτος.
Έστω για τελευταία φορά.
Το χέρι πάει από μόνο του και πατάει το κουμπί .
Όροφος έκτος. Που θα πει καταφύγιο . Που θα πει οροφή, δεν πάει παραπάνω.
Που θα πει πρώην. Χρόνια Τέσσερα.
Τοίχοι περισσότεροι από τα χρόνια. Χρόνια παραπάνω από τοίχοι.
Το χέρι πάει από μόνο του και πατάει το κουμπί .
Όροφος έκτος. Που θα πει καταφύγιο . Που θα πει οροφή, δεν πάει παραπάνω.
Που θα πει πρώην. Χρόνια Τέσσερα.
Τοίχοι περισσότεροι από τα χρόνια. Χρόνια παραπάνω από τοίχοι.
Να μαζέψω κούτες , να θυμηθώ να συσκευάσω κι
όσα δε θέλω.
Αν αρχίσω να κάνω απολογισμούς,δε θα μου φτάσει το χαρτί περιτυλίγματος.
Να μαζέψω κούτες, να μαζεύω κι αυτές να μην τελειώνουν.
Πότε χώρεσα τόσο παρελθόν σε λίγα τετραγωνικά;
Αν αρχίσω να κάνω απολογισμούς,δε θα μου φτάσει το χαρτί περιτυλίγματος.
Να μαζέψω κούτες, να μαζεύω κι αυτές να μην τελειώνουν.
Πότε χώρεσα τόσο παρελθόν σε λίγα τετραγωνικά;
Αυτό που τώρα εγκαταλείπω είναι κομμάτι μου.
Σκέφτομαι βιαστικά για να μην με πάρουν τα κλάματα.
Το άγχος μου να γίνει η μετακόμιση γρήγορα με προφυλάσσει .
Σκέφτομαι βιαστικά για να μην με πάρουν τα κλάματα.
Το άγχος μου να γίνει η μετακόμιση γρήγορα με προφυλάσσει .
Όταν το νοίκιασα 4 χρόνια πίσω, έδωσα μια υπόσχεση στον εαυτό
μου.
Να αλλάξω, να βρω τον εαυτό μου.Το ρετιρεδάκι το είδε, μάρτυράς μου
το 104 της οδού Πραξιτέλους.
Να αλλάξω, να βρω τον εαυτό μου.Το ρετιρεδάκι το είδε, μάρτυράς μου
το 104 της οδού Πραξιτέλους.
Θυμάμαι την πρώτη μέρα που έμεινα εκεί. Kοιμήθηκα στο πάτωμα του σαλονιού ακούγοντας
μουσική.Θυμάμαι και το κομμάτι.Όλα τα πρωινά για μήνες που σηκωνόμουν και δεν
πίστευα ότι έκανα πραγματικότητα αυτό
που έγινε απόφαση ένα βράδυ στην Κεφαλλονιά,ύστερα από κουβέντα με τον
Νίκο.Θυμάμαι που με ρώτησε η Γιώτα ποιο θα΄ναι το πρώτο πράγμα που θα κάνω όταν
μπω και της απάντησα θα βάλω ένα cd
κ θα μείνω να το ακούσω.Το έκανα.Της το είπα.Όταν κάμποσους μήνες
ανάμεσα στους τοίχους αυτούς ξεκινήσαμε να μαλώνουμε της είπα να βγούμε έξω να
συνεχίσουμε τον τσακωμό γιατί δεν ήθελα το σπίτι μου να με δει να μαλώνω.Και το
προσπάθησα.Θυμάμαι τον Σπύρο που παραλάμβανε και έστηνε τα έπιπλα όταν εγώ
ήμουν σχολείο. Θυμάμαι τη Μαρία πρώτη μου
φιλοξενούμενη για τριήμερο , να τρέχουμε Θησείο – Μοναστηράκι κι ύστερα πίσω
για το πρώτο μου πάρτυ. Θυμάμαι το αναμένο κεράκι πάνω στο γιαούρτι τοτάλ που
μου άναψε όταν άρχισε να ξημερώνει η μέρα των γενεθλίων μου και τα τσιγάρα που
με παρακάλαγε να κάνει μέσα στο δωμάτιο ενώ
εγώ μη καπνιστής την αγριοκοίταζα. Θυμάμαι το μπαλκόνι που έβαψα και τον γείτονα που
μαστορεύαμε παράλληλα.Θυμάμαι τα αμέτρητα βράδια με την Αγαθή και τον Σπύρο να παίζουμε κουν καν
κ να μη σταματάμε να γελάμε. Θυμάμαι το καλοκαίρι που είδαμε ολόκληρο το Lost με το laptop στο μπαλκόνι. Θυμάμαι όλα τα Χριστούγεννα ,ακόμα κι αυτό που με
βρήκε άρρωστο με πυρετό 40 χωμένο στις κουβέρτες.Θυμάμαι το τραπεζάκι που
έκαψα με τα κεριά που δεν σταματώ να γεμίσω το χώρο μου, το έπιπλο της τηλεόρασης που έκανα 3 ώρες να στήσω, τις κουρτίνες που
κρέμασα ξηλωμένες, τους τοίχους που γέμισα κάδρα και φωτογραφίες, τον καναπέ
που δε μας χώραγε ποτέ αλλά πώς καταφέρναμε και στριμωχνόμαστε, θυμάμαι το blog που ξεκίνησα ύστερα
από προτροπή του Αντώνη, θυμάμαι τον Γιώργο που ήρθε να μου ενώσει τον
θερμοσίφωνα και προς τιμήν του ονόμασα Τάκη, το πώς κατεβάσαμε με τον Σπύρο τον
παλιό απ’το πατάρι γεμάτο με νερά να τρέχουν πάνω μας, τη μάνα μου να μας λέει
τα χαρτιά,τα τραγούδια που γράψαμε με τον Γιώργο, τα τραπέζια που έκανα σε
φίλους, την Κάτια να τη φωτογραφίζω γιατί το μαλλί της πόσο ταίριαζε με τον τοίχο του σαλονιού, την πόρτα του μπάνιου-σαλούν,
τον κισσό στο μπαλκόνι και πόσο με παίδεψε να πιάσει, τα φυτά που όλο έφτυνα
μην τα ματιάσω, τα χέρια, τις αγκαλιές, τα φιλιά, τους έρωτες, τα πρόσωπα , τα
κορμιά, τα λόγια, τα όνειρα, τα τώρα, τα πριν, τα μετά, τα ποτέ, τις μουσικές,
τις αναρτήσεις, τα δώρα και τα ξενύχτια, τη Μαίρη, την Ελευθερία, τον Μάνο,τη Μαρία, τα τραπέζια, τα ατέλειωτα βράδια με πίτσες και σουβλάκια και μαραθώνιους νουάρ φιλμ, τα βιβλία που ποτέ δεν έφταναν οι βιβλιοθήκες να τα χωρέσουν, οι μουσικές που παραδόξως χωρούσαν τόσες πολλές και ανόμοιες, τα πρωινά,τα μεσημέρια, τα βράδια,εμένα, εσένα, όλα, τίποτα.
Δε φτάνει τελικά το περιτύλιγμα.τα πιάνω όλα
χύμα μια αγκαλιά και φεύγω. Άλλο διαμέρισμα, άλλες συνθήκες.Κλειδώνω πίσω μου τον άδειο χώρο.Καθάρισα τα πάντα.τα πήρα μαζί μου.Μετακομίζω Άλλος αριθμός.
δεν είμαι πια ο 104.ή μήπως θα είμαι πάντα αυτός που έγινα εκεί;
δεν είμαι πια ο 104.ή μήπως θα είμαι πάντα αυτός που έγινα εκεί;