Τρίτη 29 Ιουνίου 2010

Παιχνίδια κήπου ( I ) : πρωινά


Προτού καλά τα μάτια σου τα πλύνεις , να συνηθίσεις τη γέννα τη σημερινή της μέρας, έχεις τη διάθεση να πέσεις πάλι στο κρεβάτι... έχεις κάθε δικαίωμα, πάλι έμεινες ξύπνιος μέχρι που ξημέρωσε λίγο διαβάζοντας , λίγο γράφοντας , λίγο βλέποντας μια ταινία...όλα από λίγο γιατί σε κάνει να βαριέσαι και η ζέστη όταν σκαρφαλώνει στο ρετιρέ σου. 
Θα είχες όρεξη λοιπόν να μείνεις στο κρεβάτι, αν δεν ήταν αυτές οι φωνές να τρυπώνουν από την μπαλκονόπορτα, γείτονες να μαλώνουν και οι φωνές τους να νομίζεις απευθύνονται σε εσένα - μα τι έκανες;  συγγνώμη να ζητήσεις, να λήξει το θέμα, να πέσουμε για ύπνο πάλι - και τόσο φυσικά να φτιάχνουν ένα διάλογο πρωινό που τον ακούς συχνά πυκνά. Αφού λοιπόν η ανάγκη σε πετά και δε θες σκέψεις πολλές να κάνεις, θα βγεις στο μπαλκόνι να πάρεις πρωινό (που τέτοια ώρα δεν το λένε πρωινό όπου κι αν κοίταξες) .

Πρωινό με μολύβι και χαρτί, ακουστικά στα αυτιά σου, τα τηλέφωνα στην αθόρυβη τους λειτουργία (όχι πως θα έπαιρνε κανείς, αλλά είναι ωραίο να παίζεις με τις ψευδαισθήσεις σου όταν μόλις έχεις ξυπνήσει) , ένα βιβλίο που θες σήμερα οπωσδήποτε να το τελειώσεις - ένα ακόμα περιμένει τη σειρά του και δεν μπορεί να συγκρατήσει τη χαρά του - και χρόνο να κυλά χωρίς να κάνει ένα διάλειμμα.Μήπως του έδωσε κανείς την ευκαιρία να το κάνει; Ας είχα αυτή τη δυνατότητα κι απλόχερα θα του ΄ δινα όσα διαλείμματα θέλει, μήπως προλάβαινες κι εσύ να κάνεις όσα σχεδίασες για σήμερα- καθότι είσαι του προγράμματος παιδί και θέλεις να ΄χεις ένα πλάνο στο κεφάλι σου της μέρας.

Μπορείς όμως στα μάτια που σε καρφώνουν να γυρίσεις το κεφάλι; Μάτια μικροσκοπικά που δε ζητάνε τίποτα παραπάνω από να μοιραστείς τον ήλιο σου μαζί τους. Στην αρχή σε εκνευρίζουν, θες να τα πιάσεις να τα κλείσεις στο ντουλάπι (εσύ φταις που τα έβγαλες από την αρχή... καλοκαίρι σκέφτηκες, πρέπει να βγουν να επιδεικνύονται στο τραπεζάκι ) μα δεν μπορείς. Είναι πιο γρήγορα από σένα, κρύβονται πίσω από πέτρες διακοσμητικές, κάνουν τραμπάλα κάτω από τη μύτη σου και γελάνε εις βάρος σου. Έτσι νομίζεις δηλαδή, γιατί χαρά θέλουν μονάχα να σου δώσουν.
 Αυτή η χαρά όμως πού βρίσκεται; Γιατί με δόσεις έρχεται και ύστερα φεύγει ; Πάνε χρόνια αρκετά που είχες το θάρρος σαν παιδί να παίξεις και τώρα το θυμάσαι με παράπονο ... μήπως κι αν είχες τώρα ευκαιρία θα το έκανες; 
Τι να πρωτοεξηγήσεις στο παιδί που άφησες μέσα σου : για τις ευθύνες που σε βάρυναν, για υποχρεώσεις και για φίλους που σε χρειάζονται παραπάνω; Κι αυτά τα μάτια τα πλαστικά γιατί να σου μοιάζουν αληθινά και δακρυσμένα;

( θα συνεχίσεις όταν βρεις τι να τους πεις )

Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Βραδινά σημεία στίξης : αποσιωπητικά

Ένα - δύο - τρία, όπως τα κτυπήματα στην πόρτα που τρέχω να τα κάνω εγώ τις νύχτες που δε φαίνεται να έρχεσαι κι έτσι προσποιούμαι πως ήρθες και δε σου άνοιξα. . . Ενα - δύο - τρία, όπως να άνοιξαν τρύπες στη σειρά σε ρούχο που δε φόρεσε κανείς μας και έμειναν τα κουμπιά να καταλάβουν ποιο κενό να συμπληρώσουν . . . Ένα - δύο - τρία , όπως θα μέτραγες να πάρει φόρα το μυαλό πριν τον αγώνα ξεκινήσει να καταλάβουμε σε ποιο παιχνίδι παίζουμε . . .
Κι όπως και να τα σκεφτώ αυτά τα αποσιωπητικά , μου φέρνουν στεναχώρια στο νου .Είναι από σιωπή φτιαγμένα κι αυτά , κι εμένα πες με παράλογο μα ό,τι κρύβει μέσα του σιωπή το φοβάμαι.


Έμαθα από νωρίς να κρύβω τη δική μου τη σιωπή με λόγια που ίσως είναι και ανούσια, αλλά ο φόβος μην με καταπιεί η σιωπή από πάντα υπήρχε και με εμπόδιζε να πάψω να μιλάω. Μέσα μου την κουβαλούσα όμως κι εκεί να έβαζα αποσιωπητικά δεν θα μπορούσα.
Από σιωπής λοιπόν ανάγκη φτιάχτηκαν αυτά τα τρία σφαιρικά σημάδια που κι αυτά κλεισμένα στον εαυτό τους δεν κατόρθωσαν να απλώσουν χέρια να γίνουν μια μικρή παύλα, ένα μικρό κομμάτι από γραφίτη ζωγραφισμένο ή από σήμα ηλεκτρικό πληκτρολογήσιμα.


Σημαίνουν όσα δε θέλεις να μου πεις ή όσα πρέπει μόνος μου να υποθέσω; Κι αν με τρεις τελείες θες να πεις ''σ'άγαπώ'' γιατί δεν έγιναν ποτέ τους 4,5,6 να μπει η μια πίσω απ΄την άλλη να φτάσουν ως εδώ ή πώς να καταλάβω το χωρισμό μας με σφαίρες απλωμένες , που πιο πολύ δύναμη σαν να έχουν κι από αληθινές; Να πω πως δεν καταλαβαίνω ή πως δεν είμαι καλός στο να μαντεύω , έχει νόημα;
Για μένα αυτά τα σημαδάκια - που ούτε το όνομά τους δε σκοπεύω να θυμάμαι- είναι λάθη που δεν έσβησες ακόμα, γιατί αν είχες το κουράγιο δε θα άφηνες μισά σου τα νοήματα, θα τα συμπλήρωνες με οριστική τελεία.


Ας μην τον χάνουμε το χρόνο υπολογίζοντας κουκκίδες κι αν είναι κάτι να μετρήσουμε ας είναι θαύματα που θα τα υπογραμμίσουμε ή άλλα λάθη που σε παρένθεση θα κλείσουμε.
Δεν έχω διάθεση άλλο να σου μιλήσω. Στείλε μου μια τελεία άνω ή μια απλή να καταλάβω. Όχι σιωπή κι όχι απορία.
Αυτά σου τα σημεία εγώ τα λέω απορηματικά και δυτυχώς δεν πήραν θέση στα γνωστά σημεία στίξης με αυτό το όνομα γιατί εύκολα έτσι θα πρόδιδαν πόσους μπελάδες φέρνουν.

Σάββατο 26 Ιουνίου 2010

Singing morning

Και ναι , είναι αλήθεια το πρώτο μου ελεύθερο σαββατοκύριακο , που οι υποχρεώσεις της δουλειάς έμειναν πίσω για μερικούς μήνες και  θα τις θυμηθώ λίγο πριν μπει ο Σεπτέμβρης... είναι αυτός ο χώρος της εκπαίδευσης που επιτρέπει αυτή την μικρή πολυτέλεια στη ζωή μου. Και την λέω μικρή γιατί δε συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο ή άλλου είδους προσφορά που να εξασφαλίζει ονειρεμένες διακοπές σε εξωτικούς προορισμούς, παρά μονάχα μια σχετική διαβίωση στο δυαράκι που βλέπει στο κέντρο του Πειραιά. 
Μήπως κι αυτοί οι προορισμοί εξασφαλίζουν τίποτα; Αλλάζεις λίγο τα πλάνα σου, δεν μπορώ να το αμφισβητήσω και όλα τα μέχρι χθες συνηθισμένα μοιάζουν ξεχασμένα κάπως. Αλλά οι διακοπές κρύβονται αλλού θαρρώ. Και δεν το λέω επειδή στερούμαι το παραπάνω, ούτε προσπαθώ να μου χρυσώσω το χάπι της εδώ παραμονής μου. Είναι εδώ που μπορώ να ζήσω όσα στερήθηκα τη δύσκολη αυτή χρονιά. 

Στέρηση ξέρεις δε σημαίνει απαραίτητα και χρημάτων έλλειψη, αλλά στιγμών για σένα και ευκαιριών να τα πεις με τον εαυτό σου. Έχω τόσα να πω μαζί του . Και τώρα είναι μια καλή περίσταση να ανακαλύψω αν έχω να πω όσα περίμενα ή αν κι αυτή μου η ανάγκη μεγεθύνθηκε όσο δεν έβρισκα το χρόνο να την καλύψω και υπερβάλλω τελικά στα λόγια μου. 

Η υπερβολή είναι μέσα στο αίμα μου, δεν το αρνούμαι... κι αυτό ακόμα υπερβάλλει όταν βράζει σε λάθος τόπους και χρόνους και με τίποτα δεν μπορώ να το  επαναφέρω στα φυσιο-λογικά του. Επομένως υπάρχει μεταξύ μας αυτή η κατανόηση. Κατανόηση που συνίσταται εν μέρει και στην ισορροπία ... Μπορώ να τη βρω όμως την ισορροπία; Αν ήξερα δε θα ήμουν εδώ τώρα να γράφω, το είπα πολλές φορές κι ελπίζω να το κατάλαβες, μόνο το τώρα είναι αυτό που ξέρω , όχι το μετά. 

Επανέρχομαι λοιπόν σε αυτό το μπαλκόνι που μου επιτρέπει να κοιτώ τα σύννεφα το πρωί και τα αστέρια το βράδυ (ενίοτε και το ανάποδο) και πάντα με αυτή την κινητοποίηση ξεκινώ να πληκτρολογώ τα λόγια και τις διαθέσεις μου. Όσο περνάει ο καιρός αυτό το γράψιμο το ηλεκτρονικό γίνεται τόσο φυσικό, λες και υπαγορεύω. Αλλά μου το απαγορεύω κιόλας αυτό το δέσιμο με την οθόνη, αγαπώ το μολύβι και σε αυτό θέλω να επιστρέφω. 

Αυτές οι διακοπές για μένα σημαίνουν ξυσμένο μολύβι και μπόλικο χαρτί λευκό διαθέσιμο... απειλητικό μέχρι να βρεις να το γεμίσεις και ελπιδοφόρο γιατί ξεκινάς σε βάση καθαρή. Αν θα το καταφέρω είναι θέμα κι αυτό υπερβολής ... από μένα να υπερβάλλω ό,τι μπορώ να καταφέρω να ξετρυπώσω κι από τα άστρα να συνεχίσουν να βγαίνουν όταν τα χρειάζομαι κι όταν δεν τα χρειάζομαι.Σάμπως κι αυτά γραφίδα να έχουν, απλώνω τα χαρτιά μου και τους παραχωρώ τη θέση μου.   

Οι καλημέρες μου έχουν κι αυτές τιμωρηθεί να ξεγυμνώνουν το μυαλό από το άγχος του. Τις αγαπώ αυτές τις καλοκαιρινές μου μέρες. 

Πέμπτη 24 Ιουνίου 2010

Ψυχάλες του Ιούνη


...έξω ξεκίνησε να βρέξει, χωρίς κανείς να σε ρωτήσει.
Θα σηκωθείς τα ρούχα να μαζέψεις που στεγνώνουν, 
θα δεις τις τέντες βιαστικά να τις σηκώνουν
να φοβηθούν μήπως η τόση η βροχή θα τις σαπίσει...

Σε ένα μπαλκόνι έχουν ακόμα φώτα αναμμένα,
γέλια ακούς και δίπλα τους να παίζουν μουσικές ,
αυτοί σου οι ξένοι είναι λόγια που τα καις
κι ας μην αρπάζουν εύκολα έτσι βρεγμένα...  

Κλεφτά κοιτάς κι εσύ ψηλά τον ουρανό σου
δάκρυα ρίχνει δροσερά στο σώμα το γυμνό σου
κι όπως παλεύουν της βροχής να σε σκεπάσουν στάλες
γνώριμες είναι σαν του νου τις βραδινές ψυχάλες...

Ψυχάλες όπως της ψυχής  σωστά αλατισμένες 
παίρνουν το σχήμα πόθων σου στο ίσως βουτηγμένες,  
κι αν δεις καλά αυτή η βροχή είχε δικό σου κάτι
τα ψάρια ζουν στον ουρανό και όχι στο κρεβάτι... 

Τετάρτη 23 Ιουνίου 2010

Θάλασσα με η(ρ)ώδειο

Ξέρεις τι θέλω : 
Να μιλάω σε β' ενικό 
Να γελάω σε τόνο φιλικό
να απευθύνομαι σε μένα
 να μην έχω να φοβάμαι για κανέναν... 
Να ανεβάζω την ένταση στο βλέμμα, 
να κουνάω το κεφάλι μου στο ψέμα,
στα σοκάκια όταν βαδίζω να σκοντάφτω 
και ξανά απ΄'την αρχή...
Να ξοδεύω όσα έχω στο πορτοφόλι,
να μου μοιάζει με ατέλειωτη η μέρα μου όλη,
να χορεύω όσο κοιτάζεις,
να τολμώ όσα διστάζεις,
να πιστεύω στο μοιραίο
στο καινούργιο , στο λαθραίο,
στο αιώνιο το χέρι σου στο δέρμα,
να κοιτάζουμε μαζί αν λάχει τέρμα,
να ξεσπά η μουσική μες στις κερκίδες, 
να'ναι εκεί η πρώτη νύχτα που με είδες,
να φοράω αυτές τις στάλες της βροχής
που σαν νότες θα κτυπούν της μουσικής
και να είναι σαν παρόρμηση στιγμής...


Σήμερα βράδυ Ηρώδειο φορώ και ξεκινώ.

Δευτέρα 21 Ιουνίου 2010

Βραδινά σημεία στίξης : θαυμαστικό


Πότε παιχνίδι το έλεγες πως μοιάζει αυτό το σχήμα, σαν το κουτσό που τα παιδιά στο ένα πόδι τρέχουν , χωρίς να είπανε ποτέ από τι τάχα να ξεφύγουν προσπαθούν... Από το χρόνο που με δυο εκείνος τρέχει πόδια;
Εσύ από το σώμα σου το έκλαψες κι αυτό λιμνάζει σαν πληγή στο ένα σου πόδι
κι ανάπηρο σε δείχνει να κοιτάζεις... μια τόση δα μικρή κουκκίδα που θα σου αρκούσε σαν βατήρας για το άλμα...  !
Αυτή σου η σκέψη πάνω απ΄το άπειρο, πότε μπαλόνι που γεμίζει από το χρόνο σου θυμίζει, 
το χρόνο που ποτέ δεν έδωσες να αδειάσει... έχεις το θάρρος με μια βελόνα κοφτερή να την τρυπήσεις ή θα επιτρέψεις ολοένα να φουσκώνει στο κεφάλι σου το όνειρο ... ;

Κι όταν οι μέρες μεγαλώνουν όπως απόψε, αυτό το θαύμα το αστικό γίνεται σαν θαυμαστικό που το χωρά η αγκαλιά σου και από συνήθεια του λες τι εσύ θαυμάζεις : γύρω ανθρώπους που ερωτεύονται κρυφά και δεν σκορπούν στη μέρα τα αισθήματά τους αλλά στη νύχτα τα γυρεύουν τα ανταλλάγματα...  πράσινα σπίτια που τολμούν ακόμα να φυτρώνουν μέσα σε τόσο γκρι μονότονη γειτνίαση... πουλιά που ξέχασαν το πέταγμα και δίποδα ανάμεσά μας αναπνέουν... όνειρα που ξάπλωσαν δίπλα μας αλλά σηκώθηκαν προτού μας δουν να τα χαλάμε... γέλια που γέμισαν δωμάτια και κλάματα που κύλησαν και δεν σκουπίστηκαν βιαστικά... μελωδίες που έγιναν εικόνα με το νου...και σκέψεις που τραγουδήθηκαν...

είναι πολλά τα όσα έχεις θαυμάσει και όσα εσύ θαυμάζεις σε κρατούν με το ένα πόδι σηκωμένο, ένα ακόμα παιδί που δε ξέχασε να παίζει κουτσό παίρνοντας φόρα να πηδήξει να τα φτάσει ... είτε τα όσα έχει μπροστά είτε τα όσα γέμισαν το πάνω το μπαλόνι.

Αυτή του θέρους η ισημερία βαφτίστηκε ισηρεμία.

Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

Ανυπάκουοι χρόνοι VIΙ




Phoebus had not yet
brought daylight to the world
when a damsel
came out of her dwelling.

Her suffering was plain
on her face,
and frequently she let
great sighs loose from her heart.

Thus trampling the flowers,
she wandered here and there,
and her lost love
she thus wept:

"Love," she said, stopping
to look at the heavens,
"where, where is the faith
that the traitor swore to me?

Let my love return
as he was,
or else kill me, so that I
may no longer torment myself."

Poor wretch, alas, nol longer
can she suffer such scorn.

"I don't want him to sigh
except away from me,
I no longer want him
to confide his sufferings in me.

Because I suffer for him,
he is proud;
will he beseech me
if I flee from him?

She may have a more serene
brow than mine,
but even Love's breast
does not harbor such beautiful constancy.

Never will he have such sweet kisses
from that mouth,
nor softer - be still,
be still, that he knows all too well.

Thus among scornful weeping
she scattered her laments to the sky;
thus in lovers' hearts
Love mixes flame and ice.

Όλα τα (δικά του) ονόματα


Δε συνηθίζω να αναφέρομαι σε τρίτους κι ούτε έχω θάρρος να μιλήσω για το έργο τους.
Αλλά στην προκειμένη τη στιγμή με μια συγκίνηση θέλω να υποκλιθώ, σε ένα άνθρωπο που η γραφή του μ'έχει χρόνια τώρα δέσμιο και θαυμαστή της. 

José Saramago  (1922-2010)


είσαι αυτός που λίγες ώρες πριν άφησε την πνοή την τελευταία από το σώμα .
Άκουγα να σχολιάζουν το έργο σου αρκετά χρόνια πίσω, έπρεπε όμως να φτάσει ένα καλοκαίρι 4 πριν , για να ξεκινήσω να σε διαβάζω. Καταρχάς θυμάμαι την έκπληξη, να συνηθίσω στον τρόπο γραφής και αποτύπωσης του έργου σου, δίχως πολλά πολλά σημεία στίξης λες και ανυπομονούσες. Ήσουν βέβαια σπουδαίος παραμυθάς κι ίσως για αυτό να τα έλεγες με τόση βιασύνη, γιατί έδινες πάντα την εντύπωση πως μέσα σου γεννιέται η νέα ιστορία προτού καλά καλά τελειώσει  η προηγούμενη.
Και το ένα βιβλίο έφερε το άλλο και έφτασα στο σημείο αχόρταγα να περιμένω την έκδοση του νέου - ήσουν αρκετά παραγωγικός αλλά ούτε σταλιά δεν αδίκησες το ταλέντο σου. 
Διάβασα ό,τι υπήρχε διαθέσιμο και τα πρόσωπα κατοίκησαν στο μυαλό μου, άλλαξαν ονόματα και τα έκανα συγγενικά μου.Πότε η γυναίκα του γιατρού που είχε την τύχη-ατυχία να βλέπει σε ένα βασίλειο τυφλών και δίχως να ξέρει τι άλλο την περιμένει όταν η φώτιση τους αφυπνίσει, πότε ο επιμελητής βιβλίων που βάζει όχι αντί για ναι σε μια ιστορία, πότε το ίδιο το ευαγγέλιο του Ιησού που άλλαξε ερμηνεία, ο ήρωας που παλεύει με τα ονόματα μέσα σε ένα ληξιαρχείο,ο κεραμοποιός που ανακαλύπτει τη σπηλιά στο κέντρο ενός μεγαθήριου εμπορικού κέντρου, πότε ο ένας, πότε ο άλλος... όλα του τα πρόσωπα κατόρθωσαν να συγκινήσουν, ίσως γιατί οι κόσμοι τους έμοιαζαν να συνδέονται. Έγραψε ένα μεγάλο μυθιστόρημα που το χώρισε σε 30 μικρότερα. Και μέσα τους έσπειρε τον σπόρο της αμφισβήτησης , της ειρωνικής δημιουργίας. 
Του στοίχισε βέβαια πολλά, αυτή του η γραφή. Αυτοεξόριστος πέρασε τα τελευταία 17 χρόνια της ζωής του μακρυά από την Πορτογαλία, πληρώνοντας έτσι τη βαθιά του ρήξη με την Εκκλησία. Αλλά ο κόσμος τον αγάπησε όσο κανέναν, γιατί η σκέψη του η περίπλοκη, ήταν στη βάση της απλή : μιλούσε για σεβασμό και πώς αυτός καταπατείται, για ανθρωπιά και πώς αυτή αναζητείται ή θεριεύει όταν τη χρειαζόμαστε.
Αν μπορούσα να διαλέξω έναν του ήρωα, θα διάλεγα αυτόν τον άνθρωπο αντίγραφο που η ζωή του ήταν σαν μια φωτοτυπία, αντίγραφο του εαυτού του με το ίδιο πρόσωπο και την ίδια μοίρα. Όχι γιατί το πιστεύω πως υπάρχει κάποιος ίδιος με εμένα εκεί έξω, αλλά για να μου θυμίζει πως δεν υπάρχει άλλος σαν εκείνον πια. Καλό ταξίδι σας κύριε 

José Saramago . 

υπόσχομαι θα διαβάσω πάλι όλα τα έργα σας, μέσα τους ανακάλυψα ... δε θα πω τίποτα παραέξω, ας μείνει μεταξύ μας.

http://nobelprize.org/nobel_prizes/literature/laureates/1998/saramago-bibl.html


και κάτι ακόμα σχετικό με τη σκιά που αφήνει πίσω του να μας σκεπάζει από τον ήλιο...



A Maior Flor do Mundo from Fundação Jose Saramago on Vimeo.

Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

Βραδινά σημεία στίξης : ερωτηματικό

Είναι αυτό σου το παιδί που έτσι κρεμάστηκε σε μια γραμμή δίπλα σχεδόν από τις λέξεις 
κι έχει το νου του να σε δει κατάματα 
κι ας μη το παρατήρησες μέσα στην τόση σου βιασύνη.
Είναι αυτό το μισοφέγγαρο που κουβαλά στη σκέψη του πώς τάχα μια νύχτα θα γενεί πανσέληνος
και θα λυθούν οι απορίες σου όλες.
Είναι αυτή η ανοικτή αγκαλιά που περιμένει να της δείξεις ανταπόκριση
να τη βοηθήσεις να τη χτίσει την παρένθεση.
Είναι αυτό το ολόδικό σου το ερωτηματικό. 

Ρωτάς, ρωτάς, ξαναρωτάς. Θέλεις τόσα να μάθεις, τόσα γράμματα να βγουν και να σε φτάσουν, 
σε τόσες λέξεις να να μπλεχτούν και να αγγίξουν τα αυτιά σου.
Αλλά δίχως απάντηση ικανή να σε ικανοποιήσει μένεις έτσι , 
ένα κόμμα και στην κορυφή του εσύ τελεία 
και όχι τέλεια
να υπομένεις τη συνέχεια. Κρύβει και λίγο φόβο πάντα η συνέχεια. 
Όμως οι λέξεις που τονίζονται με ερώτηση είναι αυτές που μας τρομάζουν
κι αυτές που τόσο μας τρομάζουν δεν έχουν λόγο να ερωτώνται , κάνουν δουλειά από μόνες τους.

Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

Μιας γλώσσας έρμαιος


Πείνασα και η φωνή μου μέσα μίλησε 
πως το φαΐ λιγόστεψε 
και δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια να ασιτέψω... 
Δαγκώνω γερά τη γλώσσα μου να θυμηθώ αν είμαι ακόμα ξύπνιος ή ελεύθερος ,
μήπως ξυπνήσω από λήθαργο, 
μήπως μου γίνει τόσο κατανοητό το σφάλμα 
να θαρρώ πως το ταξίδι που η ψυχή μου επιθυμεί
γίνεται να ΄χει όσφρηση και γεύση...
κι αν έτσι αποδειχτεί ότι δεν έχει και πλημμυρίσει ο ουρανίσκος από αίμα μεταλλικό σαν νόμισμα
 ποιο φαΐ να λαχταρώ να δοκιμάσω θα έχει νόημα. 


Αν καταπιώ τις λέξεις σου θα νιώσω πως υπάρχω
για λίγο μόνο προτού με καταπιεί η ασαφειά τους...
Κι αν πάλι τραφώ με τα υλικά που μόνος συγκεντρώνω , 
θα ήθελα μαζί σου να γευτώ αυτό το πιάτο, όπως κι αν βγει το μείγμα του. 
Τις περισσότερες φορές έρχεται νύχτα και μου υπενθυμίζει να σου κάνω το τραπέζι 
το αναλώσιμο με την ουράνια σάρκα στρωμένο.
Αλλά φοβάμαι να σου δώσω αυτή τη γεύση μου. 
Όπως ελπίζω να μου δώσεις τη δική σου.

Αν πάλι αγγίξω το όνειρό μου ίσως αυτό να με χορτάσει, 
για πόσο όμως δε γνωρίζω.
Θα χρειαστεί να γεννηθώ με στόμα νέο ή με καθόλου 
χωρίς των αναμνησεών σου τη μυρωδιά στη γλώσσα.

Σάββατο 12 Ιουνίου 2010

Ursa minor (Μικρή Άρκτος)


Τι κι αν ο ήλιος ήταν πάντα πιο μεγάλος απ΄το σκοτάδι, εσένα σε καθόρισε το μαύρο αυτό της νύχτας μάτι 
που σε κοιτά κι ας μη το βλέπεις ότι στα βλέφαρά του κρεμιέσαι ,
που μια στιγμή δεν μπόρεσες να στρέψεις αλλού το βλέμμα σου.
Από μικρό παιδί σου μιλούσαν για εκείνη και σου έλεγαν να την προσέχεις, είναι πλανεύτρα από τις λίγες και μέσα της καρποφορούν στοιχειά και πνεύματα εκδικητικά. 
Για μια νεράιδα σου είπαν που τριγυρνά μες στο σκοτάδι και φωνάζει το όνομά σου περιμένοντας να της απαντήσεις και να κλέψει τη φωνή σου... 
Εσύ της μίλησες με μια τυχαία αφορμή και δεν στην πήρε τη φωνή...τι να την έκανε μια φωνή που δείλιαζε να βάλει τα φωνήεντα σωστά σε συμφωνία;
Ο φόβος όμως έμεινε για εκείνη. 
Φυλάς τα πόδια σου γυμνά για να μπορέσεις να ξεφύγεις τρέχοντας αν μια επίσκεψη σου δώσει,
ωστόσο με χαμόγελο να ξεγελάσεις το σκοτάδι πως δε σε φόβισε η όψη του ποτέ ελπίζεις.

Στο κάτω κάτω έχει τόσες δικές του φλόγες που εσένα να σε κάψει ποιο το όφελος;
Ψηλά κοιτάς κι αναρωτιέσαι αν είναι έτσι όπως στα είπαν κι αν όντως εκεί πάνω μια μικρή άρκτος κατοικεί.
Θα ήθελες να είχες το όπλο εκείνο , μια μικρή κουβέντα θα έφτανε να κατεβάσεις όλα τα μικρότερα αστέρια πάνω σου, να πέσει αυτή η άρκτος στο μπαλkόνι σου.Να την απλώσεις και να την αγκαλιάσεις , να δεις που την οφείλει αυτή τη λάμψη της και πόσες φωνές κατόρθωσε να φυλακίσει .
Έγινε έμμονη σου ιδέα που συνεχώς τη σκέφτεσαι , αυτή η άρκτος έχει την άμμο στο πρόσωπό της , τον καπνό του τσιγάρου, τη μυρωδιά του καλοκαιριού στο μπαλκόνι σου. Θέλεις τόσο να της χαρίσεις και τη φωνή τη δική σου...



Είναι η Άρκτος η Μικρή

πλανεύτρα στο κεφάλι μου και την κοιτώ
κι αναρωτιέμαι... είναι ή δεν είναι; είμαι ή δεν είμαι;
Ποιος μου την έδειξε το ξέρω... όπως κι ότι εκείνος είναι και ναι, είναι.


Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Κυνηγετικά φεγγάρια


Είναι εκεί αυτό το πλάσμα που με καίει και με τα μάτια του αχόρταγα ζητάει το παραπάνω. Δεν έχω αυτό το παραπάνω να του δώσω, όμως το ήξερα εξ αρχής όταν του τό 'ταζα . Έχω μονάχα ένα σώμα δίπλα του να πλαγιάσει και δύο χέρια πρόθυμα να μείνουν στο κορμί του. Τυλίγω αρώματα και ευχές και του προσφέρω. Αυτό μου αρνείται και ζητάει πόνο ακόμα περισσότερο να νιώσω.
Με δυναστεύει έτσι που την προσοχή μου επιζητά και με αναγκάζει να του φέρομαι σαν ξένος. Κι ας μέσα μου είμαι δικός του από καιρό δοσμένος φίλος ... πώς να τον κάνω να πιστέψει τις πληγές μου; 
Σαν κυνηγός με προστατεύει από τα βέλη τα των άλλων και με φυλάει θήραμα για τα δικά του νύχια. Κι είναι τα νύχια του φεγγάρια μισά που βγαίνουν νύχτα μέρα στο στερέωμα . Όλο θυμάμαι να τα κόψω μα όπως ανατριχίλα με πιάνει καθώς στην πλάτη μου τα ακονίζει, το μετανιώνω,δε βαριέσαι λέω, τι να την κάνεις της καρδιάς την  πλάτη  χωρίς τις γρατζουνιές του... ; 
Ασκεί επάνω μου μεγάλη γοητεία, μάγισσα θα'ναι
που το θύμα μαγειρεύει δίχως αυτό να το αντέχει να τη δει να τον μαγεύει. 
Ανάβω απέναντι του και κρατάω ένα τσιγάρο ,
η μικρή φλόγα στο στόμα μου 
και ο καπνός που αφήνω να τρέχει 
είναι για αυτό το πλάσμα απρόσμενη χαρά
και μια εικόνα που η λαχτάρα του είχε μάθει.
Κι όταν κοιτάζω με απορία πόσο επάνω μου ασκεί επιρροή, 
κλείνει κι ανοίγει τα ματάκια του αθώα. 
Είναι από εκείνα τα παιχνίδια που σαν άντρας αγνοούσα
κι όμως κατέληξα γεύμα αχόρταγο κι ανόσια ευλογία. 
Είναι αργά για να παλέψω να ξεφύγω, από καιρό η καταδίκη μου υπογράφτηκε όσο η πείνα η δική του έχει θεριέψει.Το παίρνω απόφαση και η απόσταση μηδέν ανάμεσά μας γίνεται.
Να φαγωθώ επιθυμώ κι από τα δόντια του να νιώσω επιθυμία. Κι είναι γραφτό μου να συμβεί με αυτά τα νύχια τα μισά του τα φεγγάρια.

(ο γάτος αυτός ο Οδυσσέας, είναι μιας φίλης μου καλής μέγας δυνάστης)

Κυριακή 6 Ιουνίου 2010

4 φρέσκες πράξεις (πράξη IV )

Το πρόσωπό σου μπορεί να είναι σκυφτό, να μη σε βλέπουν στα μάτια οι ξένοι.
Να έχεις το θάρρος να τους βλέπεις θέλει χρόνο να το μάθεις και ποιος το χρόνο να σου δώσει έχει περίσσευμα; 
Τα χέρια σου ας είναι και δεμένα, ας είναι οι κλωστές που τα κρατούν σε χίλιες θηλιές πλεγμένες και ασάλευτα να τα νοιώθεις να μουδιάζουν. Μήπως κι ελεύθερα όταν είναι έχεις κουράγιο να τα οδηγήσεις κάπου; Αυτό το χτίσιμο που θα' θελες  να δώσεις , είναι της σκέψης σου ένα ψέμα που θαρρείς έχεις δικαίωμα να πιστέψεις. Αλλιώς όμως του κόσμου σου οι αλήθειες πραγματώνονται. Κι έτσι λοιπόν, σκυφτός και με δεμένα χέρια πες μου ποιον έχεις ψευδαίσθηση μπορείς να πλησιάσεις και τι λόγο θα έχει εκείνος να σε ακούσει; 





Καμιά σου πράξη δεν πραγματώθηκε όπως στο μυαλό σου έπλασες - αυτός είναι και ο λόγος ύπαρξης της σκέψης σου , για όλα όσα δεν υπάρχει τρόπος να τα δεις να ζωντανεύουν. Έχεις όμως στη φαρέτρα σου ένα όπλο που τη συνεργασία κάμποσων μυών σου υποχρεώνει. Το λένε γέλιο και είναι αυτή η τελική σου πράξη. 
Ένα το γέλιο του τρελού μπροστά στου δήμιου τη λεπίδα που αστράφτει κι ένα το γέλιο της χαράς προτού να έρθει η καταιγίδα να το πνίξει... Ένα το γέλιο της αρχής που αισιόδοξα ηχεί στ'αυτιά σου κι άλλο το γέλιο όταν στο τέλος φτάνεις γεμάτος ματαιώσεις. Κάθε σου γέλιο έχει βάρος που σηκώνεις κι έχει ακόμη ένα βάρος που σκορπάς σε όσους το ακούν κι αναρωτιούνται τι σε οδήγησε να είσαι έτσι και απρόσμενα κεφάτος. Χωρίς να ξέρουν πως το γέλιο κρύβει πόνο, πως σε κηδεία ικανό να εμφανιστεί το έχεις, αυτό το όπλο και η πράξη σου η υπέρτατη είναι αυτή που τα δεσμά κάνει να φαίνονται ανούσια, που τα δεσμά σου μετατρέπει σε κλωστούλες, που τις σκιές στο πρόσωπό σου εξαφανίζει και στις γωνίες των χειλιών σου όλο τρυπώνει. 
Όπως σκυφτός θα περπατάς αν το αφήσεις απ'τα κάγκελα του νου να ξετρυπώσει, έχει τους τρόπους στη ζωή να σκαρφαλώσει κι απ'τα μαλλιά να σου σηκώσει το κεφάλι. Κοιτάς μπροστά κι εκεί το βλέπεις, σαν καθρέφτη ολοζώντανο να λάμπει. Είσαι το γέλιο που φοράς κι αυτό σε θρέφει.

Παρασκευή 4 Ιουνίου 2010

Αν φεύγεις ή γυρίζεις


''Δεν έχει σημασία αν φεύγεις ή γυρίζεις...'' το είπε και ο Ρίτσος σε μια σονάτα του που τώρα δεν έχει σεληνόφως, αλλά ήλιο για αποδέκτη. Δεν έχει σημασία αν πηγαίνω ή αν επιστρέφω, το καραβάκι μου με ταξίδεψε περίπου ένα χρόνο τώρα και με κούρασε μαζί με τις λαμαρίνες που έτριζαν το χειμώνα, το κατάστρωμα που ζαλιζόταν και μαζί μ'αυτό τα αυτοκίνητα που γαντζώνονταν στην πλάτη του και τα νύχια τους μαύρα μύριζαν πλαστικό και αρμύρα. 
Όλα εκείνα τα άγουρα πρωινά που τα μάτια έμοιαζαν βρεφικά, με τις μεμβράνες κολλημένες μεταξύ τους να πονάνε από τον ήλιο και το στόμα να ανοίγει με δυσκολία να μιλήσει , αλλά με τα αυτιά έτοιμα να αφουγκραστούν αυτόν τον ήχο της θάλασσας, το κύμα που έλεγε τα πάντα και μετρούσε μαζί μας τις μέρες... όλα αυτά τώρα τελειώνουν.
''Καμιά φορά θαυμάζοντας ξεχνάς ότι θαυμάζεις, σου φτάνει ο θαυμασμός'' κι αυτός ο θαυμασμός τώρα βγαίνει στην επιφάνεια. Μεσημέρια κουρασμένα, ζαλισμένα από τη ζέστη και κουβέντες εκβιαστικές για να γελάσουμε και να μη σκεφτόμαστε το χρόνο που κολλάει κάποιες φορές και άλλες πάλι τρέχει. Πόσες εβδομάδες έμειναν ; Πόσα εισιτήρια ακόμα για το καραβάκι μας;
Τα μετρούσαμε και τα ξαναμετρούσαμε, τα βάζαμε κάτω και τα υπολογίζαμε με κέρματα , με λόγια , με στιγμές... βρήκαμε στο τέλος το ποσό και τι το κάναμε; 
Ήρθε η στιγμή που την αγάπησα αυτή τη διαδρομή και τα πρόσωπα που με περίμεναν στην άλλη άκρη του ταξιδιού, τα χαμόγελα των φίλων που θα έβρισκα φτάνοντας και θα άφηνα πίσω φεύγοντας. Για αυτά τα λίγα πρόσωπα αγάπησα το καραβάκι μου και τώρα είναι πιο δύσκολο το τέλος. 
Ξέρω βαθιά πως θα μου λείψει, αυτή η μπλε λεωφόρος που διασχίζαμε και που δε μας ρούφηξε ποτέ, ήταν η πιο φιλόξενη αγκαλιά. Και είναι. 
Μου χρωστά το χαμένο ύπνο μου αλλά όσα της χρωστάω είναι πιο ξύπνια από μένα και δε θέλω να τα υποβιβάσω. Σε ευχαριστώ και ξέρω πως θα είσαι εκεί. 


(Η διαδρομή Πέραμα - Παλούκια για 10 μήνες αφιερωμένη σε 3 φίλους που τη μοιραστήκαμε και κυρίως σε 1 φίλη που βρίσκαμε εκεί.  )