Περνάς το δάκτυλο από την άμμο στο σαλόνι που βρέθηκε και σκάβεις τις δικές σου όψεις παρελθόντος. Έπιασα πολλές φορές τις στοίβες με τις εικόνες που τυπώθηκαν και τις αμέτρητες που ηλεκτρονικά κοιμούνται σε νάρκη άνευ εποχών και με τις μάζες τους απόρησα. Στις πόσες λήψεις θα χορτάσει ο καθένας μας την όψη του, στις πόσες του εικόνες θα το δει να λιώνει το προσωπείο του ;
Έχω στο νου μου παιδικές φωτογραφίες από αγρούς με παπαρούνες κατακόκκινες και παραλίες που στο καθαρό τους ντρέπεσαι να βουτήξεις και φοβάμαι να παραδεχτώ ότι αυτή η αυθόρμητη ζωή μας πέρασε. Και πως περάσαμε στην ξιπασμένα τη στημένη,δεν κατάλαβα. Όλες θα είναι αντιγραφές η μία της άλλης σου εικόνας.Όλες θα είναι με κεριά, με χέρια που ακουμπούν δήθεν τυχαία το πρόσωπο και καμιά να σε δείχνει να τρέχεις προς τη θάλασσα ή να αγκαλιάζεις τον πρώτο φίλο που έκανες ποτέ ή να σβήνεις κεριά γενέθλια. Όλα μαζί μας σοβαρεύουν και τα πόδια βαραίνουν στο έδαφος και τώρα δεν πετάνε ψηλά τα μυαλά αλλά κοιμούνται . Όσα καταργήσαμε λόγω ενήλικου μας τρόπου, είναι όσα μπορούμε ηδονικά και μυστικά να αναζητούμε . Αλλά κι αυτό δε θα το κάνουμε χωρίς ανάλογες μας τύψεις.