Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

μικρά αντίο (ΙΙ)

Όταν οι ζωές γίνονται κούτες συσκευασίας
μόνο με ''εύθραυστο'' μπορείς να τις περιγράψεις.
Μόνο μην τις παραγεμίσεις,
άφηνε πάντα λίγο χώρο 
για τα σπασμένα της μεταφοράς.

through a glass darkly , 1961, mr B

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Βραδινά σημεία στίξης : ενωτικό

Αυτά που πάντα με εκπλήσ-
σουν 
είναι μικρά νυχτερινά μας ενδεχό-
μενα :
ένα άγνωστο που αγκαλιάζουμε για να περνάει ο φόβος του 
κι όσα για μένα δεν ξέρω και είναι όσα με ορί-
ζουν
κι είναι αστείο το πού βρίσκω μέρη κρυφά για να ακουμπήσω. 
Κάτι από χρώμα μελωμένο ή να σκέ-
φτομαι πως είναι η παρένθεση χαμόγελο και τίποτα άλ-
λο . 

Από καιρό έχω μια άρνηση να βλέπω μόνο στί-
ξη, 
είναι ανάγκη μου νόρμες να καταργήσω και να βρω
στο βλέμμα που κρατώ για το ψηλά,μέσα ένα θαύ-
μα.

Είμαι κι ο ίδιος μία λέξη σε μισή γραμμή σπασμέ-
νη
έχω τα γράμματα που θες και επιμένω
να γίνω κάτι ολόκληρο στα χείλη σου
και να φωνάξεις το όνομά μου δίχως ή-
χο
αυτό που πάντα μας κρατά μαζί δεν είναι κάτι κραυγαλέ-
ο 
αλλά απλό
όπως αυτό που συγκρατεί μια λέξη τόσο δα
σε δυο γραμμές 
ενωτικό σημείο στίξης για ανάσες όσες θες 
και να 'χω πάντα κάποιες να σου δώ-
σω
και να ζητήσω κάποτε κι εγώ μια παραπάνω απ'το περίσ-
σευμα 
να την ανέβω τη σειρά .
Την ανεβαίνω, δίπλα σου στέ-
κομαι
και πότε πότε κατεβαίνω, να σου κρυφτώ για να γυρέψεις να με βρεις
με μάτια κλειστά.
Κι αν ψάχνεις κάτι από χρώμα να αγκαλιά-
σεις,
κοίτα και πίσω από τα βλέφαρα, στη φό-
δρα
κι εγώ από φόδρα και κλωστές να ξεσκεπάσω όσα όνειρα δε θες με μάτια ανοικτά να δεις

Πάλη και πά-
λη / 
μια ανορθόγραφη επανάληψη ελπίδων
κι ανάμεσά τους οι δικές μας λέ-
ξεις

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

Tenebrae profundissimae

Τεντώνω το χέρι κι ανοίγω τα φώτα κι ένα σκοτάδι πάει και κρύβεται πίσω απ'τις κουρτίνες μου
πίσω από σώματα καλοριφέρ και κάτω από έπιπλα.
Οι ραφές του όμως ξεπροβάλλουν,
χρατς να του κάνω και θα γεμίσει το παρκέ πίσσα με αστέρια
φέτα σκοτάδι , ανάμεσα στο σώμα το θερμαντικό , να το κάψω να ζεστάνω τα μάτια τα κλειστά μου
και ξύλο να κτυπώ να μη φανεί πριν σκεπαστώ .
Είναι νύχτα ή εγώ μέρα και σηκώνομαι από το στρώμα.
Είναι σκοτάδι κι εγώ μισοσκότεινος να το αγνοώ.
Κι ας μη συναντιόμαστε συχνά, για μένα τίποτα δεν του ξεφεύγει.
Τεντώνω το χέρι κι ανοίγω τα φώτα.
Ο διακόπτης είναι η πρώτη χειροπιαστή απόδειξη ότι ξύπνησα.
Θυμάμαι πως έσφιγγα τα βλέφαρα πιστεύοντας θα φύγει έτσι το σκοτάδι.
Δε βρίσκω το διακόπτη. Τεντώνω το χέρι κι ας μπορούσα με κάθε δάκτυλο ξεχωριστά να επαναφέρω τη στιγμή που ο μεγαλοδύναμος είπε το εγένετο φως .
Ονειρεύομαι πώς είμαι μεγάλος.
Πως ζω μια άλλη ενηλικίωση,
με άλλα χέρια και άλλα πόδια να με έφεραν στο τώρα
κι εγώ να χοροπηδάω πάνω στο κρεβάτι με τη γλώσσα έξω.
Ξαφνικά δεν έχω χέρια
είτε τα χέρια μου δεν είναι αρκετά για τόση ανάγκη.
Έχω ακόμα όμως τη μνήμη.
Ονειρεύομαι για να ξυπνήσω κάποια μνήμη.
Ο χρόνος δε μου φτάνει.
Θέλω κι άλλη μνήμη.
Πώς ήμουν όταν περπάτησα , πώς όταν μίλησα,
τι είπα πρώτο ή τι πρώτο με είπε.
Θα λάτρευα όποιον μου εκμυστηρευόταν
μια φέτα από το σκοτάδι που κρύβει η παιδική μου ηλικία.
Για παιδικό παιχνίδι ετοιμάζομαι.
Σβήνω τα φώτα.
Να κρυφτώ. Να σκεπαστώ. Να καταπιώ.
Στο σκοτάδι το κρυφτό μου πλεονάζει.
Ίσως να πρέπει να κάνω τη διαφορά να μου φανερωθώ.
Και δίχως χέρια.
Φέγγει μόνο ένα χαμόγελο.
Τίποτα πιο διαυγές από ένα χαμόγελο τη νύχτα.

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011

μικρά αντίο ( Ι )

θα δέσω τις πράξεις μου απ'τα μαλλιά 
και θα τις σύρω από δωμάτιο σε δωμάτιο
θα καταφέρω έτσι ένα γερό σφουγγάρισμα στο σπίτι 
κι ένα καλό τους ταρακούνημα - 
ούτως ή άλλως ένα πλύσιμο το θέλουν 
πριν αποχωριστώ αυτούς τους τοίχους 


Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

Σπηλιές *

ΣιωΠηλιά

Ακροβατώντας οι σιωπές μας γίνονται μήνας,
μέρες θολές που συναντάμε χείλη κλειστά,
μάτια που αδιάφορα κοιτούν τους λεπτοδείκτες...
Παίρνουν γιγάντια μορφή μιας νέας πείνας
που δε χορταίνουν άλλο οι άνθρωποι,
που όλοι στο ανίκανο και στο ανικανοποίητο στέκουν.

Τα δάκρυα πάψαν να γεννιούνται
όταν κατόρθωσε ο νους να τη στεγνώσει την πηγή
και να γελάσει στης εξέλιξης τη φόρα.
Πώς κατορθώσαμε μπροστά να βρούμε πάλι τις σπηλιές;
Με μουγκρητά αντί για λέξεις φτάσαμε πλέον να μιλάμε
κι αντί για αγάπη να σκαλίζουμε τους τοίχους.

Κι εκεί οι μήνες σαν νυχιές στης γης την πλάτη
που ανταλλάσσουμε βουβά αυτούς τους στίχους.


* το παραπάνω όπως τυπώθηκε/δημοσιεύτηκε στο Ποιητικό Ημερολόγιο των εκδόσεων Ιωλκός για την 4η Νοεμβρίου 2011