Παραμιλώ μέσα στο σπίτι.
Ανοίγω τα συρτάρια και μιλώ στα ρούχα.
Εσένα σε θυμάμαι, σε φορούσα όταν πονούσα.
Είχε ψύχρα και σε άντεχα.
Είχα ψύχρα και με άντεχες.
Εσύ με θυμάσαι;
Είχε ψύχρα και σου έκανα τρύπες.
Έβαλα πλυντήριο και δε λέει να στεγνώσει.
Κάθομαι και το κοιτάζω,
το ταΐζω μανταλάκια
αυτά μου πέφτουν στον ακάλυπτο.
Μου λείπεις. Η ζεστασιά σου.
Δε λέω να στεγνώσω
Νιώθω ακάλυπτος κι εγώ
γεμάτος μανταλάκια που τίποτα δε βαστούν.
Πλένω στους 40. Οικονομία.
Ελπίζω οι 40 να μη διώξουν τις μυρωδιές σου.
Ο καφές κρύωσε. Τον σταμάτησα κι αυτόν.
Είχε πάψει από καιρό να με τονώνει.
Πίνω μόνο ό,τι με νυστάζει.
Γίνομαι η νύστα που δε σε σκέφτεται.
Το μπαλκόνι θέλει πάλι σκούπισμα.
Η ζωή μου θέλει πάλι σκούπισμα.
Θα πάρω το λάστιχο να ρίξω νερό.
Κοίτα που κι αυτό ακόμη κοστίζει.
Από πού κλείνουν οι βρύσες;
Ξέχασα την πόρτα του ψυγείου ανοικτή.
Πάλι η παγωνιά θα έχει δικιολογία.
Θα πλύνω ρούχα, θα πλύνω πιάτα,
θα πλύνω χνάρια, σημάδια και λέξεις
όχι πως φεύγουν ποτέ,
απλώς φθείρονται,
γαριάζουν
θα έρθει μια μέρα που θα μείνω με τα απορρυπαντικά στο χέρι
και δε θα έχω τι να πλύνω.
Ανοίγω τα συρτάρια και μιλώ στα ρούχα.
Εσένα σε θυμάμαι, σε φορούσα όταν πονούσα.
Είχε ψύχρα και σε άντεχα.
Είχα ψύχρα και με άντεχες.
Εσύ με θυμάσαι;
Είχε ψύχρα και σου έκανα τρύπες.
Έβαλα πλυντήριο και δε λέει να στεγνώσει.
Κάθομαι και το κοιτάζω,
το ταΐζω μανταλάκια
αυτά μου πέφτουν στον ακάλυπτο.
Μου λείπεις. Η ζεστασιά σου.
Δε λέω να στεγνώσω
Νιώθω ακάλυπτος κι εγώ
γεμάτος μανταλάκια που τίποτα δε βαστούν.
Πλένω στους 40. Οικονομία.
Ελπίζω οι 40 να μη διώξουν τις μυρωδιές σου.
Ο καφές κρύωσε. Τον σταμάτησα κι αυτόν.
Είχε πάψει από καιρό να με τονώνει.
Πίνω μόνο ό,τι με νυστάζει.
Γίνομαι η νύστα που δε σε σκέφτεται.
Το μπαλκόνι θέλει πάλι σκούπισμα.
Η ζωή μου θέλει πάλι σκούπισμα.
Θα πάρω το λάστιχο να ρίξω νερό.
Κοίτα που κι αυτό ακόμη κοστίζει.
Από πού κλείνουν οι βρύσες;
Ξέχασα την πόρτα του ψυγείου ανοικτή.
Πάλι η παγωνιά θα έχει δικιολογία.
Θα πλύνω ρούχα, θα πλύνω πιάτα,
θα πλύνω χνάρια, σημάδια και λέξεις
όχι πως φεύγουν ποτέ,
απλώς φθείρονται,
γαριάζουν
θα έρθει μια μέρα που θα μείνω με τα απορρυπαντικά στο χέρι
και δε θα έχω τι να πλύνω.