Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2012

ο Σωσίας

'' Μ'αυτές τις αποδείξεις σου θα πρέπει να το δω
Ότι Σωσίας είσαι εσύ το δέχομαι, ας λυπάμαι.
Αλλά αν Σωσίας είσαι εσύ, εγώ ποιος θέλεις να' μαι ; 
Γιατί επιτέλους, κάτι πρέπει να'μαι κι εγώ.''
(Αμφιτρύωνας, Μολιέρος, μτφ. Χ. Προκοπάκη)


Δεν ξέρω τι γεννάει τις παύσεις των ανθρώπων, τον χρόνο και τις αποστάσεις που παίρνουν από τα πράγματα, που δεν τους δίνονται, τα κλέβουν από μόνοι τους κι αλλού πέφτουν με τα μούτρα.
Οι δικές μου αποστάσεις συνήθως γίνονται χωρίς να τις καταλάβω. Χωρίς να ξέρω τι μου φταίει, γιατί πάντα κάτι μου φταίει. Αλλά μου κρύβεται.
Στην πόλη η ζωή έχει μάθει να κρύβεται. Είναι το αίνιγμα και η υπεκφυγή της που βιώνουμε κι εσύ κι εγώ. Αυτά που λέμε κι όσα πιο πολλά αποκρύπτουμε, αυτά που αρνούμαστε να παραδεχτούμε κι αυτά που δε μας παραδέχονται τα ίδια. Ποιος λέει μπράβο και να το εννοεί, ποιος λέει ευχαριστώ, ποιος τη συγγνώμη ή το αγαπώ; Το μούδιασμα που κουβαλάμε, είναι αυτό που βλέπουν σε μας κι εμείς σφυρίζουμε αδιάφορα.  
Οι άνθρωποι διαλέγουν πεζοδρόμια αντικρινά για το περπάτημά τους, να μην ακουμπήσουν , ούτε ξυστά, ούτε κατά τύχη. Το κεφάλι ποτέ να μην ορθώνεται, μη και τυχόν συναντήσουν γνωστό στους δρόμους και με όρεξη για κουβέντα και πώς να του πεις και πώς να τον αποφύγεις, αφού κι αυτός γυρεύει κάπου να κλαφτεί, όχι ν'ακούσει. Όλοι μιλούν, όλοι γκρινιάζουν, κανείς δεν ακούει. Το βλέμμα σκυφτό κι εκείνο, σφαλισμένο, ίσα που βλέπει το τετραγωνάκι που είναι το επόμενο στη σειρά να πατήσεις και τη στροφή του δρόμου ή το φανάρι. Μακάρι το φανάρι για τους πεζούς να είναι πράσινο, ποιος στέκεται τώρα μαζί με ένα σωρό αγνώστους σ' ένα κόκκινο φανάρι. Ένα μάτσο μοναξιές αυτή η πόλη.
Όταν βρέχει μόνο η πόλη παύει να είναι μοναχική. Είναι ελπιδοφόρα. Πάντα η βροχή φέρνει μιαν ελπίδα, στο κομμάτι μέσα του εαυτού μας που δε μελαγχολεί μόνο και με την υποψία της. Μιαν ελπίδα κάποια βρωμιά να φύγει. Μα η δική μας η βρωμιά δεν ξεπλένεται, ας της το πούμε της βροχής να μην παιδεύεται. Είναι από κείνους τους δύσκολους λεκέδες που ποτίζουν το ρούχο, τόσο που να σε κάνουν να σταματήσεις να το φοράς. Αλλά δεν το πετάς, το κρύβεις μήπως και ...
Όταν βρέχει , τα πεζοδρόμια ανοίγουν στα δύο για να περάσουν οι αμαρτίες μας τον ποταμό αλώβητες.Και κολυμπούν όσο κρατά η βροχή κι εσύ τις βλέπεις και λες ''να, τώρα, κοίτα πώς θα βουλιάξουν'', αλλά αυτές με το σωσίβιο στη μέση αγρό ηγόρασαν. Μισοτιμής.
Κάποτε, γυρίζουν μουσκεμένες οι μοναξιές στο σπίτι τους και παραδίδονται στον ύπνο, φορώντας τα καλά τους ρούχα, νομίζοντας ότι εκεί κρυμμένη είναι η ζωή τους η αληθινή, ότι αυτή που ζουν είναι το όνειρο, το άσχημο, αυτό που κάποτε ξυπνάς,με νεύρα που δεν έχεις λέξεις να περιγράψεις και πρόσωπα να ξεσπάσεις . Γιατί ποιος είναι αυτός που θα αντέξει το θάνατο τόσων πολλών ονείρων, μέρα με τη μέρα, μέσα στα φτηνά, μετρήσιμα εικοσιτετράωρα. Ας τα κοιμίσει τουλάχιστον τα όνειρα τώρα που ακόμα αναπνέουν. Χωρίς επαλήθευση. ''Το βασικό που πρέπει να επαληθεύσουμε είναι άλλο. Αν ένας είναι αυτός που ονειρεύεται ή δύο που ο ένας ονειρεύεται τον άλλον ''*
Ίσως δε μάθω τόσο εύκολα αν είμαι ο Σωσίας μου. Αν Ζω το ονειρό μου ή Ονειρεύομαι τη ζωή μου.Μπορεί να μην είναι δική μου αρμοδιότητα να ξέρω.Να κρατώ μονάχα κι εγώ τις αποστάσεις μου, όποτε κι όταν μπορώ, μέχρι να μπει η άγραφη κασέτα στο μηχάνημα.




*Jorge Luis Borges

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

πρωτοχρονιά

οι πρώτες μέρες του σχολείου είναι εξίσου ποτισμένες με τρακ, όπως κάποτε, όπως τότε.
κι έχεις την χαρά να βλέπεις το προαύλιο να γεμίζει σιγά σιγά πλάσματα και βλέμματα,
όσο το ρολόι πλησιάζει την ώρα του αγιασμού.
ξέρεις τι θα δεις, τι θα ακούσεις, κάποιους τους θυμάσαι από την περασμένη χρονιά
σ'αυτούς θα προστεθούν νέα πρόσωπα γεμάτα αγωνία.
ο ήλιος θα ανέβει πάνω απ'τα κεφάλια μας όσο στεκόμαστε σε σειρές
και όσο κι αν μας προστάζουν για προσοχή ο νους μας είναι να γυρέψουμε γύρω μας γνωστούς μας φίλους ή έστω βλέμματα παρόμοια με τα δικά μας, 
που να λένε '' βαριέμαι'', ''δε θέλω να τελειώσει το καλοκαίρι'', '' γιατί να είμαστε εδώ και όχι σπίτι;'', ''θα γίνουμε φίλοι;'', ''πώς θα περάσει κι αυτή η χρονιά;''.
Τα βρίσκουν. Εμείς σαν μεγαλύτεροι κρυφογελάμε, σκουντιόμαστε μεταξύ μας και χαμηλόφωνα λέμε ο ένας στον άλλο ''για κοίτα τα πώς μεγάλωσαν σε τρεις μήνες; άντε τώρα να τα μαζέψεις! μήπως κι εμείς έτσι δεν ήμασταν στην ηλικία τους;''.
Για τους εκπαιδευτικούς ο Σεπτέμβρης είναι σαν την αρχή του έτους, 
μια χρονιά ξεκινά και χτίζεις πάνω της όλες τις προσδοκίες που ψάρεψες από τις διακοπές σου. Ντύνεσαι άγιος βασίλης και ελπίζεις να έχεις δώρα μέχρι να έρθουν πάλι τα χριστούγεννα, για τα παιδιά που είναι το ταξίδι σου κι η έννοια σου. 
Και είναι κάθε σχολική χρονιά σαν μια παράσταση που μέχρι να έρθει η μέρα της πρεμιέρας προβάρουμε τους ρόλους μας. εμείς ηθοποιοί με το χαμόγελο να πείσουμε γονείς και αγγελούδια πως όλα πάνε καλά σ'αυτόν τον τόπο.
κι αν δεν πάνε, εμείς δεν έχουμε άλλο σενάριο να παίξουμε. ζούμε με το χαμόγελο και τα παιδιά αυτό περιμένουν από εμάς. αλλιώς δεν έχει νόημα κανένας άη βασίλης.
ευχόμαστε, φιλιόμαστε, τσουγκρίζουμε και ονειρευόμαστε 
σ'αυτό τον κόσμο τον μικρό τον μέγα. με τους γκρινιάρηδες, τους μελένιους, τις στρουμφίτες και τους παπα στρουμφ όλου του σύμπαντος. στο στρουμφοχωριό δεν υπάρχει κρίση.
καλή μας χρονιά.




Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

νομοτέλεια

...για κάθε βάρος που σε κρατάει στη γη
υπάρχει ένα θάρρος να κοιτάς ψηλά
για κάθε τείχος που βρίσκεις μπροστά
υπάρχει ένας ήχος πέρα από αυτόν
για κάθε σου νύχτα , υπάρχει μια μέρα
για κάθε σου σκέψη , υπάρχει Δευτέρα
σε κάθε μου πράξη υπάρχει μια ατέλεια 
σε κάθε πιστεύω κρυμμένη μι' αφέλεια...

κι αν είναι υπαρκτή η νομοτέλεια
θα έπρεπε η αυθάδεια να συντρίβεται
κι οι άνθρωποι απ'τα λάθη τους να χαίρονται.
θα έβρισκαν οι φίλοι σου διέξοδο
περίτεχνα η λύση να μην κρύβεται,
ανέξοδα οι ζωές όλων να καίγονται.

αν όμως υπαρκτή είν' η συντέλεια
θα γίνουν όλα θάλασσα και πνίξιμο.
εκεί αν θα φανεί ποτέ το σμίξιμο
θα είσαι τυχερός αν βρεις πτερύγια,
απόγνωση κι αλάτι σε μερίδια. 
ιχθύες με τουπέ και ικανότητες
-βουλιάζουν στα ρηχά τους οι ποιότητες-
διαδίδουν κάτι νέο πως επωάζεται 
κι όλοι ρωτούν το νέο πως ονομάζεται
αυτό που λέμε στη στεριά μας νομοαφέλεια.

κι εγώ σ'αυτήν την υποβρύχια των ρόλων διανομή 
θα είμαι αχινός
να μην ξεχωρίζουν πόδια και κεφάλι
το που κοιτώ και πού πηγαίνω
και αν κοιτώ 
και αν πηγαίνω
μόνο να ξέρουν ότι σπάω σ' αγκάθια αν με πιάσουν.
από αφέλεια δική μου ότι τάχα τους τιμώρησα.

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2012

ασέληνος *

απόψε που φεγγάρι ονειρεύτηκες
έρχονται μέρες που τα φώτα δε σου αρκούν
απόψε που η πείνα σου για ασήμι
έχεις τα μάτια σου στραμμένα στο σκοτάδι
απόψε που με ξεπερνάς και με υποδέχεσαι
πότε θα έρθει η νυχτιά
σου φέρνω μπρος στα πόδια σου, όσα εγώ στερούμαι
να βγει λαμπρή εκείνη.

για να σου δώσω να γευτείς 
τάξε μου πρώτα αν στην πείνα σου έχω μέλημα,
εγώ πανσέληνος δε γίνομαι στο πιάτο σου
δικό μου χώμα δεν περπάτησε ο άρμστρονγκ
 - κι αυτός ποτέ του δε συνήλθε από τη μέθη της .
δεν είχα δύναμη
δεν έγινες παλίρροια .
τάξε μου νύχτες και σταλιά σταλιά την έστυψα
- είχα στιγμές που με ξεγέλασε η δίψα σου
μα τον χυμό της δε σπατάλησα αμφιβάλλοντας  
για να σε νιώσω να σκορπάς
κάθε σου κύτταρο να γίνεται ουράνιο
στα τόσα άστρα ξεχωρίζω το δικό σου
κι όλο σε φτάνω
κι όλο σε πιάνω
για να ποτίσεις μυρωδιά
 της δίνω μέντα, πορτοκάλι και αγιόκλημα.
για να μου κόψεις τα σκοινιά
 τι να την κάνω τη βαρύτητα στα εδάφη σου;
κάθε μου μέρα γίνεται αυτή η προσπάθεια
να γίνω κάτι να σου μοιάσω 
μα ασέληνος.

για να με βάψεις με το μπλε
που δίνει θάλασσα σφαιρόσχημη και λάμψασα 
γεύση, αφή,  εσύ από σελήνη
κι εγώ δική σου
για να με κάψεις συντροφιά
για να μας βρούνε τα πουλιά
για να μπορέσω να πνιγώ
για να σε κάνω οδηγό
για να σε βρω, να σου κρυφτώ, να σου μοιράσω εαυτό,
να μου χαρίσεις το φιλί, να ζητιανέψω το πολύ, 
για να μου πεις το σ'αγαπώ κι ας είναι καθημερινό, 
να δείχνεις κάπου το μπορεί, να το βαφτίζουμε μαζί,
να μαρτυράμε τις πληγές, τα λόγια και τις ενοχές, τα βλέμματα, τις προσμονές, 
το φεγγαράκι το λαμπρό να φέγγει για να σ'αγαπώ
γιατί είναι χαράματα 
εκεί ψηλά που θα βουτήξουμε.


* όπως μια από τις μαγικές παραλίες της Σκιάθου που βούτηξα στα χνάρια της σελήνης

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2012

κοχύλι

Στην καρδιά του καλοκαιριού γεννιούνται όλα μας τα όνειρα
σκύψε και βάλε το αυτί σου πάνω από ένα κοχύλι
είναι καρδιοκτύπι και λαχτάρα ο ήχος των κυμάτων του
κι ας μη τα βλέπεις , τα ακούς
και ανάμεσα σε κάθε παύση 
η δική σου λαχτάρα
αφρός 
και πού να'σαι το άλλο καλοκαίρι
αφρός και να'μαστε καλά
αφρός και ό,τι κι αν συμβεί σε αγαπώ
αφρός και έλα πιάσε μου το χέρι
αφρός και όλα σου τα συγχωρώ
αφρός και σου υπόσχομαι να γίνω 
αφρός και μου υπόσχεσαι 
αφρός 
κι ας ζήσουμε για κάτι άλλο
και ας το μάθουμε και τελευταίοι.