Σάββατο 21 Ιουλίου 2012

Η ΒΛΑΧΕΡΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΟΝΗΣΙ * ( συνομιλίες ΙΙ )

Από το πρωί γυρίζαμε την πόλη. Όσα μαγαζιά κι αν επισκεφτείς, πάντα τάζεις στον εαυτό σου το επόμενο να είναι το καλύτερο, ότι εκεί θα βρεις το ωραιότερο, το ενθύμιο που θα αντιπροσωπεύσει καλύτερα εσένα, εκείνη τη μέρα, εκείνο το ταξίδι, εσένα σ' εκείνο το ταξίδι. Σ' εμένα πάντως δεν πιάνει αυτό. Τo ιδανικό θα ήταν να έβρισκα κάτι από κάθε προορισμό που να το ήθελα μετά μες στις βαλίτσες μου. Όμως ανάμεσα σε τόσες καρτ ποστάλ , τόση αρχαία ελλάδα,μάρμαρο,πέτρα , κομπολόι και μαγνητάκια, δυσκολεύομαι να ακούσω την καρδιά μου.

Αφού ξοδέψαμε ώρες να χαζεύουμε βιτρίνες και να ρωτάμε τιμές, κι αφού τίποτα σχεδόν δεν ικανοποιούσε τα ιδιόρρυθμα γούστα μας, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε αυτό που κάναμε καλύτερα, την τουριστική ξενάγηση στο νησί. Επισκεφθήκαμε το παλάτι της Αυτοκράτειρας Σίσσυς και δε λέγαμε να ξεκουνήσουμε . Δεν ξέρω τι μας έκανε περισσότερο εντύπωση : η αγάπη της για το όμορφο , που σαν κυριότερη έκφραση πήρε στο πρόσωπο του Αχιλλέα , και τα χρήματα που είχε ξοδέψει για να το αποτυπώσει γύρω της ή ότι το όμορφο δεν κατάφερε να της δώσει τη χαρά που εκείνη έψαχνε, ούτε καν να την κρατήσει σε έναν τόπο ; Kαι το όμορφο μπορεί να μένει πάντα όμορφο, ακόμα και άψυχο, σε πέτρα, καμβά ή μάρμαρο; Όταν κάποια στιγμή καταλάβαμε πως ούτε η ίδια η αυτοκράτειρα δεν θα μπορούσε να δώσει απάντηση, φύγαμε με την εικόνα του Αχιλλέα να σέρνει το πτώμα του Έκτορα , χαραγμένη στο νου μας και με τον θρύλο για τον άτυχο θάνατο του ζωγράφου που την έφτιαξε στα χείλη . Ίσως ο θάνατος όσων αποζητούσαν τη Ζωή να ήταν αναπόφευκτος. Εμείς πάλι Αν μπορούσαμε να κουβαλήσουμε το Αχίλλειον μαζί μας, θα ήμασταν ευτυχισμένοι.

Η ΒΛΑΧΕΡΝΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΟΝΗΣΙ - ΛΑΔΙ ΣΕ ΚΑΜΒΑ, 60x30 , 2011
Στη συνέχεια αποφασίσαμε να περάσουμε απέναντι, στο Πoντικονήσι. Κατεβήκαμε μέχρι την Παναγιά των Βλαχερνών και μέχρι να μαζευτούν τα άτομα για να ξεκινήσει η βάρκα μας για το νησάκι, πλησιάσαμε στο εκκλησάκι μήπως προσκυνήσουμε, αλλά τελευταία στιγμή το αφήσαμε. Συνήθως όταν συναντώ πολύ κόσμο σε μοναστήρια ή ξωκλήσσια , αποφεύγω να μπω, η αγοραφοβία μου με κρατά δέσμιο ή η τάση μου να μη θέλω να ακολουθώ τις συνήθειες των πολλών. Δε θυμάμαι πολλά, όμως θυμάμαι ότι από κείνη την ώρα σταμάτησα να μιλάω. Για κάμποσες ώρες. Δεν ήταν ότι προσπάθησα ιδιαίτερα και οι φθόγγοι δεν εγκατέλειπαν το στόμα μου, είναι που δεν προσπάθησα καν και κανείς δε με ρώτησε γιατί. 

Περάσαμε απέναντι και καθίσαμε λίγο στα μπλε τραπεζάκια έξω από τον ναό του Σωτήρος. Δε συμμετείχα στις κουβέντες των φίλων μου, δεν άκουγα τι λένε. Στα αυτιά μου είχα μια μελωδία κατάδική μου, που δεν τη συγκράτησα έπειτα. Ακόμα και η λέξη μελωδία δεν είναι αντιπροσωπευτική, περισσότερο βουητό ήταν, λες και μερίδα ανέμου είχε μπει στο κεφάλι μου. Μπήκα στο εκκλησάκι κι άναψα τα κεριά που είχα μελετήσει, περί υγείας και ευημερίας αγαπημένων προσώπων και συγγενών, και κράτησα το τελευταίο όπως πάντα για τη γιαγιά μου, περί αναπαύσεως ψυχής αποθανόντων. Έτυχε εκείνη την ώρα , να έρθει η γυναίκα που φρόντιζε τον ναό να σβήσει τα κεριά. Την είδα να βγάζει δυο δυο τα κεριά από την άμμο και με το κεφάλι τους να τα βουτά σ'αυτήν , να σβήσουν τα φιτίλια τους. Όταν έφτασε σε αυτά που είχα ανάψει προ ολίγου, της είπα "μη το σβήσετε ακόμα'' και την παρακάλεσα να κρατήσει ένα λεπτό ακόμα αναμμένο το τελευταίο κερί που είχα ανάψει, το περί της αναπαύσεως. 

Στην επιστροφή, συνειδητοποίησα ότι το βουητό είχε περάσει, εντελώς ξαφνικά όπως είχε εμφανιστεί. Τo μυαλό μου ήταν μοιρασμένο ανάμεσα στη σίσσυ, στον αχιλλέα, στο όμορφο, στις ψυχές, στη γιαγιά μου, σε όλα όσα δεν έζησα αλλά θα ήθελα να ταξιδέψω πίσω στο χρόνο ή σε όσα έζησα αλλά άπληστα θα ήθελα μια τους φορά ακόμα. νοστάλγησα , σαν άλλος Οδυσσέας τον άδη, τους ανθρώπους που φεύγουν και μαζί παίρνουν κομμάτι της ομορφιάς τους, ένα όνομα, ένα ρούχο, ένα ενθύμιο η παρουσία τους όλη που κάπου κάπου το ανακαλείς, δίχως να θυμάσαι πόσο σου κόστισε να το αγοράσεις ή πώς τελικά θα ξεπληρώσεις να το ξεχάσεις.Θυμήθηκα τον Οδυσσέα στη Νέκυια που συναντά τον Αχιλλέα κι όμως κι οι δυο χαμένοι τα 'χουν για το ποια θέση είναι καλύτερη να ζεις, στον πάνω ή κάτω κόσμο,μαζί με αυτούς που έχασες ή με την ανάμνηση τους .
Όταν περάσαμε από την πόλη,σταμάτησα σε ένα από τα τουριστικά μαγαζιά και πήρα ένα αντίγραφο της Οδύσσειας, ούτε σε καλή κατάσταση ούτε σε καλή τιμή,αλλά ήταν αυτό που ήθελα να διαβάσω εκείνη την ώρα.

Ήταν γυρίζοντας Πειραιά που έμαθα ότι το Ποντικονήσι σύμφωνα με το μύθο ήταν στην πραγματικότητα το καράβι του πολυμήχανου Οδυσσέα που κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας ο Ποσειδώνας μετέτρεψε σε καταπράσινο βράχο. Και μπορεί Ιθάκη να μη βρέθηκε, αλλά είχαμε το ενθύμιο.

 * Αν έπρεπε να ξεχωρίσω ένα από τα ιστολόγια που παρακολουθώ ανελλιπώς όσα χρόνια τριγυρίζω διαδικτυακά , θα ήταν του φίλου μου Στέλιου.  Ενός ανθρώπου από τη σπάνια πια κατηγορία εκείνων που ασχολούνται με αυτό που αγαπούν. Στην συγκεκριμένη περίπτωση εκείνος ασχολείται με τα πινέλα. Κι από ό,τι μας επιτρέπει να δούμε, τον αγαπούν κι αυτά. Τον ευχαριστώ για την παρουσία του και για τη χαρά να μου ''δανείσει'' έναν από τους πίνακές του. 
Εσείς δεν έχετε παρά να περάσετε μια βόλτα από το ''ατελιέ'' του για να το διαπιστώσετε. http://mysteliosart.blogspot.gr/


  

10 σχόλια:

MYSTELIOS είπε...

Θέλω να σε ευχαριστήσω θερμά φίλε Μάριε που το υπέροχο οδοιπορικό σου στην όμορφη Κέρκυρα συνοδεύεται με την ζωγραφιά μου " Βλαχέρνα και Ποντικονήσι " . Η επιλογή σου είναι σίγουρα πολύ τιμιτική για το έργο μου !!!
Εύχομαι η συνεργασία να συνεχιστεί και στο μέλλον !!!
Και πάλι ευχαριστώ και καλή συνέχεια !!!

Leviathan είπε...

Υπέροχο και το κείμενο και η ζωγραφιά!! Μπράβο και στους δυο σας!! Καλό ξημέρωμα εύχομαι και πολλά φιλιά!!

marios104 είπε...

@ art-traveller : πολλές φορές οι εικόνες αντικαθιστούν πλήθος νοημάτων που οι λέξεις δεν προφταίνουν. και ανατρέχουμε σε σένα. και πάλι και πάλι. σε ευχαριστώ εκ νέου.

marios104 είπε...

@ leviathan : σε ευχαριστούμε ! και μη νομίζεις θα γλυτώσεις κι εσύ από τις ''συνεργατικές'' αναρτήσεις :)

leonidas είπε...

Σκέφτομαι ότι πάντα σε τόπους δύναμης ψάχνω να απομονωθω να ξεκόψω και να αφουγκραστώ καλύτερα το μέρος, να μου μιλήσει και εγώ να το ακούσω πέρα από την ομύγηρη. Είναι φυσικό και είναι και αυτό μέρος του κάθε ταξιδιού.

Και εμένα με είχε εντυπωσιάσει το Αχίλλειον, το πασίγνωστο άγαλμα με το βέλος στο λάθος πόδι...

Συνέχισε τα όμορφα εσωτερικά και εξωτερικά σου ταξίδια...

Ανώνυμος είπε...

Leonidas εστί Οδοιπόρος. Τα λάθη επαναλαμβάνονται :)

Xenoudis - Ξενούδης είπε...

Κι ένα καλό κρασί, καλό "ενθύμιο" είναι!
Ξενούδης

marios104 είπε...

@ leonidas/oδοιπόρος : και κάπου ανάμεσα στην αυτοσυγκέντρωση και τον αφουγκρασμό έρχεται η ταπείνωση, τουτέστιν μια κουταλιά ταπεινότητα. κάθε ταξίδι έχει το κουταλάκι του. σε ευχαριστώ πάντα. (και τα λάθη αμοιβαία συγχωρούνται)

marios104 είπε...

@ Xenoudis - Ξενούδης : κι ένα καλό κρασί. εξάλλου κρασί δεν έριχναν να συνοδεύσουν τους νεκρούς; σαν να τους δίνεις το δικό σου ενθύμιο, μήπως μεθύσουν και ξεχάσουν.

Μάνος Παπαδάκης είπε...

Απίστευτο το άλμα αλλά προς ποια κατεύθυνση; Εκεί που κατοικούν οι φωνές που δεν ανοίκουν πια με εμάς ή στην άλλη μεριά, την τωρινή;
Ίσως τελικά δεν πρέπει να διαλέγουμε αλλά να αφήνουμε τους εαυτούς μας να ζουν πότε στο τώρα, πότε στο τότε... με πρόσωπα που πια μονάχα νιώθουμε σα μελωδίες.
Μου άρεσε πολύ η ανάρτηση σου Μάριος! xx