Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Νύχτα αναγκαία

Είναι η νύχτα τελικά μία ανάγκη,
μία κατάσταση και ένα καταφύγιο.
να σβήσεις φώτα και να αρχίσεις την αρίθμηση , 
όχι με πλάσματα τετράποδα 
αλλά με άπιαστά σου αισθήματα 
είτε με αστέρια
ναι,με τ'αστέρια κάνεις πάντοτε την πιο καλή σου γεωμετρία 
Δε μου αρέσει να μετρώ
αλλά , είναι κι αυτό ανάγκη όπως  
η νύχτα τελικά είναι μια ανάγκη.
Να προσθέσεις  λόγια που είπες 
να αφαιρέσεις αυτά που δεν έπιασαν τόπο
να πολλαπλασιάσεις με τις προθέσεις σου 
και να διαιρέσεις με το αποτέλεσμα.
Σ'αυτήν την πρόσθεση πειράζει να μην είμαι το κρατούμενο;
Αν είναι να πετύχεις τον διψήφιο , 
να τον πετύχεις με τα δάκτυλα μετρώντας, όχι με τα κρατούμενα.
Ναι, μετρώ με τα δάκτυλα.
όπως και με τα μάτια γεύομαι τις μνήμες ή σκέφτομαι τις μυρωδιές.
Οι αισθήσεις όλες ανάκατες αλλά υπαρκτές.
Πόσο αγαπώ που οι αισθήσεις διανυκτερεύουν πάντα...
αν μπορούσα να παρασκευάσω ώρες πλεονάζουσες,
θα το έκανα με τις αισθήσεις, με τα μάτια κλειστά και μόνο.
Υπάρχουν τόσες θελκτικές εικόνες να γευτείς
τόσα θελήματα που δεν αρκούν να γίνουν πράξη,
βαπτίζονται θελείμματα από μόνα τους
κι εσύ τα ονειρεύεσαι κατορθωτά , με ανάστημα και χειροκρότημα.
Υπάρχουν τόσα περισσότερα να πούμε, 
μου αρέσει όμως που δεν τα λέμε.
Το αύριο που ζήσαμε, το χθες που θα ζήσουμε , 
το σήμερα που βιώνουμε
είναι γεμάτο από λόγια που δε στερεύουν.
Ή περιέχονται σε ένα something stupid που λέει τα πάντα.
Τώρα μιλάω ή κάποιος άλλος με ονειρεύτηκε;
Με μια γλυκιά αναρώτηση να μισοσβήνουν τα βλέφαρα,
τι άλλο να θες για νύχτα;
Να θυμηθώ να ξυπνήσω με χαμόγελο.
Δεν είναι υποχρέωση,μα δίνεις ένα χαμόγελο στον κόσμο σου, έτσι για καλημέρα
όσο πιο συχνά.
Αν είναι μέρα είναι καινούργιο.
Κι αν είναι βήμα είναι υπέροχο.

Τελικά, όντως με ονειρεύονται.
Κάποιος σε αυτή μου τη συσκότιση ιδεών, άναψε σπίρτο. (ευχαριστώ , του είπα; )
Μετρώ και ξαναμετρώ.
Μετρώ και τα δάκτυλά μου ζεσταίνω με σπίρτα.
Η νύχτα τελικά είναι μια ανάγκη 
που ευτυχώς τη μοιραζόμαστε στα δύο.


Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

αυτό που το να στολίσεις δέντρο είναι από μόνο του μια εμπειρία σχεδόν σαν Κυριακή


το στόλισμα του δέντρου είναι σαν να ξυπνάς κάθε μέρα Κυριακή
είναι ραδιόφωνο ανοικτό με μελωδίες Χριστουγέννων 
όπως τις είπε ο Έλβις, η Έλλα και ο Φρανκ καλύτερα απ'όλους 
να σε ζεσταίνουν σαν κουβέρτα παχιά 
είναι καφές αχνιστός και μέσα του να μη σταματάς να βουτάς
ό,τι πιο ζαχαρένιο 
κι είναι και κούτες που μια φορά το χρόνο μόνο βγάζεις σεργιάνι 
απ'το πατάρι  σου να δουν λίγο σαλόνι.
ξεχνάς τους καναπέδες 
και όσα χρειάζεσαι , παρέα συγκεντρώνεις στη φλοκάτη

ανάμεσα στου δέντρου τα στολίδια 
βρήκα και ένα που έβαζε η γιαγιά μου στο δέντρο το δικό της
κι είναι σαν να είδα ένα βλέμμα της απάνω του.
όλο το απόγευμα θύμωνα με τον εαυτό μου 
που είχα ένα βλέμμα της κλεισμένο στο πατάρι.

δεν είναι σπάνιο συναίσθημα ,
γιορτές είναι η παρουσία και η απώλεια 
είναι αυτά που αποχωρίστηκες και όσα κέρδισες,
το βαμβάκι που έβαζα με εκείνη στο δέντρο για χιόνι
και η φάτνη που μ'έβαζε να φτιάχνω για χάρη της φιγούρα φιγούρα
οι ασημένιες λωρίδες της βροχής 
και οι πολύχρωμες οι γυάλινες οι μπάλες 
που κάθε χρόνο θα λιγόστευαν
αλλά κανένας δε σε μάλωνε .

το δέντρο θα στολιστεί, 
οι μπάλες θα είναι πάλι από γυαλί,
η βροχή, το χιόνι, οι φιγούρες όλα στη θέση τους
αλλά κάτι πάντα θα λείπει,
πέρα από την κορυφή του δέντρου που ποτέ δεν φρόντισα να αγοράσω.
ίσως από πείσμα να μην αγόρασα μια κορυφή,
για να μη σκέφτομαι ότι στα χέρια δε με σηκώνουν πια να την τοποθετήσω.
τη θυμάμαι όμως 
όλοι έχουμε ένα άστρο και μια γιαγιά στη μνήμη μας για τα Χριστούγεννα
αυτή τη μνήμη όμως τώρα λιγοστεύουμε
και δυστυχώς πάλι κανείς δε μας μαλώνει.

‎''Έπεφτε το όνειρο καθώς έβγαινα από το όνειρο /
έτσι ενώθηκε η ζωή μας
και θα είναι πολύ δύσκολο να ξαναχωρίσει.''
(Γ.Σεφέρης)



Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011

Σκιά / Παρασκιά


το φεγγάρι λένε οι ειδικοί είναι σκοτεινό σαν άσφαλτος
στρωμένο και ραμμένο για τα μέτρα σου δεν είναι,
δεν έχει άλλα χρώματα που να σου αρέσουν,
είναι γκρι, είναι εκεί
είναι χώματα και είναι λάθη δικά σου (που δεν το πίστεψες όταν στο έδειχναν)
όχι δικά του,ένα φεγγάρι λάθη δεν κάνει γιατί δεν πράττει,
μόνο εισπράττει τα χαλάσματα σου
τα τώρα που στοιβάζονται και δεν τα ζεις
και ξέρεις ότι πια δεν είναι επιρρήματα .
τα τώρα που στοιβάζονται είναι επιχειρήματα
κι εκείνο από ψηλά διαβάζει ένα ''σκέφτομαι και γράφω'' σου με κόκκινα σημάδια γεμισμένο
να διορθώσεις ένα όνειρο, να γράψεις 20,100 φορές αντιγραφή τις λέξεις που τις έγραψες μα δεν τις ένιωσες σωστά 
- τι να σου κάνει το συντακτικό άμα χαθεί η έννοια ; -
μόνο σου δίνει κάτι με το δάκτυλο να τουφεκίζεις, 
όταν παλεύεις με τον έρωτα να επιβληθείς , 
να βρεις μια άκρη
κι εσύ έχεις τη μέση 
/αν αναλογιστούμε ότι ποτέ δεν κάνει λάθη ένα φεγγάρι , 
η άσφαλτος σελήνη είναι θέσφατο και σου υπαγορεύει
να βρεις αλήθεια τι είναι αυτό που θα του δώσει χρώμα ματωμένο
δεν σου απαγορεύει να πρωτοτυπήσεις
και ούτε καν προβλέψιμος να γίνεις
αντίθετα αν σου απαγορεύει κάτι είναι το να το προσπεράσεις
να μη σκεφτείς αν έφτασε ο άνθρωπος ποτέ του εκεί πάνω
είτε μια Λάικα να γάβγισε
μια μπαλαλάικα δική της.
είναι παράλογα χάρτινο
και τρισδιάστατο,
είναι μια μυρωδιά 
από τότε που βάλαμε πανσέ στο φεγγάρι το γεμάτο
να το βλέπουμε με μάτια κλειστά και με όσφρηση, 
είναι μια καρτ ποστάλ κι εσύ ο παραλήπτης.


Είναι σαν κάτι που αγαπώ κι όμως ταυτόχρονα μισώ, 
συναίσθημα με αυτόβουλη οικειότητα να έρχεται και να μου φεύγει όταν εκείνο θέλει
Αντίδοτο στα πληξογόνα αισθήματα.
Είναι μια βόμβα στο μυαλό μου κι εγώ χέρια να μη ξέρω τι να σώσω απ'όσα γίνονται σε θρύψαλα και σκόρπια κύτταρα ,
είναι μια μνήμη απ'τις παλιότερες και με τη μάνα μου νανούρισμα .
Είναι πελώρια σκιά που κρύβει τόσα χρώματα πνιγμένα 
και γοητευτικά κλέβει το μονοπώλιο
απ'τη δική τους την παρασκιά. 

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

modus vivendi (II)


Eίμαστε οι εμμονές μας , όπως λέει και ένας άσωτος φίλος γι'αυτό και επιστρέφω να κάνω τις εμμονές μου επίμονες. 
Κι αν κάποτε τις ξεχνάω, είναι εκεί, κλαδί που απλώνει και το ποτίζω υπόγεια.
Ανακεφαλαίωση λεγομένων λοιπόν, μέρος δεύτερο και τελευταίο για φέτος.

ένα εμείς μην το ξεχνάς
/
σκάσε κι ονειρέψου : παρεμποδίζοντας τη νύχτα να κάνει τη δουλειά της εσύ χάνεις
(μάθημα κι αυτό της ημέρας)
/
με λένε - χαχα - αγάπη - χαχα
/
Όταν ήμουν παιδί ήθελα να γίνω μεγάλος. Έλα όμως που κάτι μ'εμπόδισε.
/
κάποιες μέρες νιώθω πιο σπίτι κι απ'το σπίτι μου το σχολείο / πολύτεκνος δάσκαλος + υποτιμημένα αισθήματα
/
Aν χαθώ για μέρες, θα'χω πνιγεί στο βήχα μου 
( # σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν)
/
Σήμερα συνάντησα τη Μαργαρίτα. Κι ήταν ολοζώντανη - κι αγρίως απίθανη.
/
σκοπός δεν είναι να θυμηθείς τι ονειρεύτηκες μα να ονειρευτείς αυτό που δε θυμάσαι
/
Εσύ το λες παρένθεση , εγώ το λέω χαμόγελο. Οι δευτέρες είναι πάντα ένα θέμα οπτικής. )
/
κι αν ψάχνεις κάτι από χρώμα να αγκαλιάσεις , κοίτα και πίσω από τα βλέφαρα / στη φόδρα

πάλη και πάλη, μια ανορθόγραφη επανάληψη ελπίδων
/
αυτά που πάντα μας εκπλήσσουν είναι μικρά νυχτερινά μας ενδεχόμενα
/
στο βλέμμα που φυλάς για το ψηλά / κρύψε ένα θαύμα
/
να περιμένεις με ένα χαμόγελο στην πόρτα , με μόνα φώτα ότι μπαίνει από τις γρίλιες (μικρές πολύτιμες στιγμές)
/
Υπάρχουν αρκετές ταινίες στην καρδιά μου , λίγες όμως μπήκαν ντυμένες μελωδία
/
το πλησιέστερο της νύχτας είναι ένα αθόρυβο σου όνειρο
/
Είναι μια μέρα βροχερή και πέφτει χιόνι - Ή απλώς εγώ δε σηκώθηκα σωστά.
/
Μιλώντας στα παιδιά μου για το aids και το προφυλακτικό, ένα με ρώτησε αν είναι πλαστικό ή γυάλινο. Όχι, δεν είναι από γυαλί αλλά αν το ξεχάσεις, θα σε κόψει μια και καλή. Καλό μας μήνα. 




Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Σκοτεινοί διάδρομοι

τώρα η πολυκατοικία κοιμάται.δε βρίσκεις χέρι ελεύθερο να κρέμεται ή πόδι ξεσκέπαστο από μπαλκόνι κι από πάπλωμα. είναι η ώρα που κανείς δεν μπορεί να της την αφαιρέσει, μέχρι να έρθει πάλι το ξημέρωμα να την ταρακουνήσει σαν εγκέλαδος,μαζί με έγνοιες,τύψεις,φωνές και άγχος. μη μαγειρέψεις, άσε το τραπέζι άδειο,κανείς το μεσημέρι δε συμπληρώνει μια οικογένεια, κλείσε να μη βλέπεις τα ράφια του ψυγείου να ερημώνουν, μην αφήνεις κρύο να φωλιάζει που δεν μπορείς να εξοντώσεις. είναι φωνές που ευχόμαστε το βράδυ να εξολοθρεύσει. μέχρι το επόμενο βράδυ. κλειδώνουμε τις πόρτες γιατί ο κόσμος δεν ξεφεύγει από τα όρια τα τετραγωνικά του χώρου μας.όλα τα άλλα είναι γη μας άγνωστη,μια καλημέρα που ίσως πούμε με μάτια καχύποπτα και τσέπες στην καρδιά μας διπλοσφραγισμένες. δεν είμαστε γείτονες, είμαστε μόνο μεγάφωνα . κανένα μεγάφωνο δεν έμαθε ακόμα να ακούει το άλλο. κι όμως τώρα όλα τα σκοτάδια μας ρούφηξαν.αν μπορούσα αγκαλιές να μάζευα την ησυχία των διαδρόμων της πολυκατοικίας μου θα το έκανα , έτσι , να βρίσκεται σε ώρες κρίσιμες.



Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

modus vivendi (I)

Οι εμμονές όποιου γράφει είναι παραπάνω από εμφανείς στα γραπτά του
και επαναλαμβανόμενες εξού και εμμονές.
Η παιδική ηλικία, τα όνειρα, οι φίλοι,τα παιχνίδια, οι λατινικές φράσεις
τα χαμόγελα ,τα στοιχεία της φύσης , τα χρώματα και τα απλά αντικείμενα υπό το φως άλλης οπτικής είναι μερικές από τις δικές μου.
Αποκόπτοντας και επικολλώντας μερικά status του τελευταίου τριμήνου από το fakebook καταλήγω σε τούτες δω τις εμμονές.




κάνε ένα θόρυβο πολύτιμο , μέσα στην τόση βρώμικη ησυχία
/
Κάθε που οι ζωές μας καίγονται ζεσταίνει ο καιρός
/
κάπου μέσα στο παρόν σου χάθηκε αναπάντεχα το μέλλον
/
Το παρόν που δε ζούμε ίσως οδηγήσει σε ένα απελπισμένο μέλλον.
 Ίσως πάλι να μην οδηγήσει και πουθενά.
/
και κάπου ανάμεσα σε αυτό που είσαι και που θα ήθελες , αναζητάς τη φαντασία να μη γίνεις
/
σήμερα τα όνειρα ξεχάστηκαν

προτού καν γεννηθούν

κι αυτό
μόνο 
απλό
δεν γίνεται
να εννοηθεί./

Όσο και να θες κάποια φώτα δε σβήνουν πότε. Κι αυτό το λέμε φαντασία σε ανυπεράσπιστα βλέφαρα.
/
Ξημέρωσαν τα άγρια να διώξουνε το σήμερα . αυτό δεν είναι όνειρο
/
Δίπλα νομίζω στη ζωή είναι η άμυνα . Ή ζεις ή αμύνεσαι , ενίοτε και τα δυό
/
Τις νύχτες τώρα πια οι αδέσποτες μας σκέψεις στους δρόμους συναντιούνται.και δαγκώνουν.
/
Τίποτα πιο διαυγές από ένα χαμόγελο τη νύχτα
/
Δεν έχω χέρια αρκετά για τόση ανάγκη

Στο σκοτάδι το κρυφτό σου πλεονάζει - κάνε τη διαφορά να μου φανερωθεις
/
Για να ξυπνήσω κάποια μνήμη ονειρεύομαι κι η νύχτα δε μου φτάνει
/
κανένα κόκκινο γαρύφαλλο δεν έζησε αρκετά να δει πόσο ξεθώριασε
/
Όταν γκρινιάζουν καμιά φορά τα παιδιά μου στην τάξη, τους κοιτάζω κ τους λέω : βρείτε βρε ένα χαμόγελο, ψάξτε δίπλα, στην κασετίνα, στην τσέπη, κάτω απ'το θρανίο αλλά βρείτε. Αυτό θα πω κι εδώ, παντού υπάρχει ένα χαμόγελο προς ανακάλυψη. Εγώ απόψε βρήκα ένα.
/
κι όμως τα θες τα παράθυρα κλειστά, για να χαρείς αυτό τον κόσμο που σε τέσσερις τοίχους έχεις κλείσει ,απόγευμα κυριακής στο σπίτι 
/
Με πόσο γαλανό να σ'ανταλλαξω ;

mY ChARlIe + SnoOpY in PaRis

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

μικρά αντίο (ΙΙ)

Όταν οι ζωές γίνονται κούτες συσκευασίας
μόνο με ''εύθραυστο'' μπορείς να τις περιγράψεις.
Μόνο μην τις παραγεμίσεις,
άφηνε πάντα λίγο χώρο 
για τα σπασμένα της μεταφοράς.

through a glass darkly , 1961, mr B

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Βραδινά σημεία στίξης : ενωτικό

Αυτά που πάντα με εκπλήσ-
σουν 
είναι μικρά νυχτερινά μας ενδεχό-
μενα :
ένα άγνωστο που αγκαλιάζουμε για να περνάει ο φόβος του 
κι όσα για μένα δεν ξέρω και είναι όσα με ορί-
ζουν
κι είναι αστείο το πού βρίσκω μέρη κρυφά για να ακουμπήσω. 
Κάτι από χρώμα μελωμένο ή να σκέ-
φτομαι πως είναι η παρένθεση χαμόγελο και τίποτα άλ-
λο . 

Από καιρό έχω μια άρνηση να βλέπω μόνο στί-
ξη, 
είναι ανάγκη μου νόρμες να καταργήσω και να βρω
στο βλέμμα που κρατώ για το ψηλά,μέσα ένα θαύ-
μα.

Είμαι κι ο ίδιος μία λέξη σε μισή γραμμή σπασμέ-
νη
έχω τα γράμματα που θες και επιμένω
να γίνω κάτι ολόκληρο στα χείλη σου
και να φωνάξεις το όνομά μου δίχως ή-
χο
αυτό που πάντα μας κρατά μαζί δεν είναι κάτι κραυγαλέ-
ο 
αλλά απλό
όπως αυτό που συγκρατεί μια λέξη τόσο δα
σε δυο γραμμές 
ενωτικό σημείο στίξης για ανάσες όσες θες 
και να 'χω πάντα κάποιες να σου δώ-
σω
και να ζητήσω κάποτε κι εγώ μια παραπάνω απ'το περίσ-
σευμα 
να την ανέβω τη σειρά .
Την ανεβαίνω, δίπλα σου στέ-
κομαι
και πότε πότε κατεβαίνω, να σου κρυφτώ για να γυρέψεις να με βρεις
με μάτια κλειστά.
Κι αν ψάχνεις κάτι από χρώμα να αγκαλιά-
σεις,
κοίτα και πίσω από τα βλέφαρα, στη φό-
δρα
κι εγώ από φόδρα και κλωστές να ξεσκεπάσω όσα όνειρα δε θες με μάτια ανοικτά να δεις

Πάλη και πά-
λη / 
μια ανορθόγραφη επανάληψη ελπίδων
κι ανάμεσά τους οι δικές μας λέ-
ξεις

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

Tenebrae profundissimae

Τεντώνω το χέρι κι ανοίγω τα φώτα κι ένα σκοτάδι πάει και κρύβεται πίσω απ'τις κουρτίνες μου
πίσω από σώματα καλοριφέρ και κάτω από έπιπλα.
Οι ραφές του όμως ξεπροβάλλουν,
χρατς να του κάνω και θα γεμίσει το παρκέ πίσσα με αστέρια
φέτα σκοτάδι , ανάμεσα στο σώμα το θερμαντικό , να το κάψω να ζεστάνω τα μάτια τα κλειστά μου
και ξύλο να κτυπώ να μη φανεί πριν σκεπαστώ .
Είναι νύχτα ή εγώ μέρα και σηκώνομαι από το στρώμα.
Είναι σκοτάδι κι εγώ μισοσκότεινος να το αγνοώ.
Κι ας μη συναντιόμαστε συχνά, για μένα τίποτα δεν του ξεφεύγει.
Τεντώνω το χέρι κι ανοίγω τα φώτα.
Ο διακόπτης είναι η πρώτη χειροπιαστή απόδειξη ότι ξύπνησα.
Θυμάμαι πως έσφιγγα τα βλέφαρα πιστεύοντας θα φύγει έτσι το σκοτάδι.
Δε βρίσκω το διακόπτη. Τεντώνω το χέρι κι ας μπορούσα με κάθε δάκτυλο ξεχωριστά να επαναφέρω τη στιγμή που ο μεγαλοδύναμος είπε το εγένετο φως .
Ονειρεύομαι πώς είμαι μεγάλος.
Πως ζω μια άλλη ενηλικίωση,
με άλλα χέρια και άλλα πόδια να με έφεραν στο τώρα
κι εγώ να χοροπηδάω πάνω στο κρεβάτι με τη γλώσσα έξω.
Ξαφνικά δεν έχω χέρια
είτε τα χέρια μου δεν είναι αρκετά για τόση ανάγκη.
Έχω ακόμα όμως τη μνήμη.
Ονειρεύομαι για να ξυπνήσω κάποια μνήμη.
Ο χρόνος δε μου φτάνει.
Θέλω κι άλλη μνήμη.
Πώς ήμουν όταν περπάτησα , πώς όταν μίλησα,
τι είπα πρώτο ή τι πρώτο με είπε.
Θα λάτρευα όποιον μου εκμυστηρευόταν
μια φέτα από το σκοτάδι που κρύβει η παιδική μου ηλικία.
Για παιδικό παιχνίδι ετοιμάζομαι.
Σβήνω τα φώτα.
Να κρυφτώ. Να σκεπαστώ. Να καταπιώ.
Στο σκοτάδι το κρυφτό μου πλεονάζει.
Ίσως να πρέπει να κάνω τη διαφορά να μου φανερωθώ.
Και δίχως χέρια.
Φέγγει μόνο ένα χαμόγελο.
Τίποτα πιο διαυγές από ένα χαμόγελο τη νύχτα.