Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Αμαχητί

Έτοιμος κανείς δεν είναι, δε βλέπεις βλέμματα , μόνο σκιές  
από τις κόγχες των ματιών να ξεχύνονται και να απλώνονται
 κι όλοι περίπου αναρωτιόμαστε ,
αν το μαζί είναι για κάτι παραπάνω από το άθροισμα των δυο μερών του.
Το σώμα μας ζει και υποκρίνεται μαζί μας , 
πειθήνια υπακούει στις προσταγές σου και δήθεν ανυπάκουα πότε πότε 
τις αντιμάχεται
και με τις λίγες ή πολλές του ορμές αυθαδιάζει.
Με μια φωτογραφία ανά χείρας για όταν λείπεις.
Μα δεν υπάρχει δύναμη στο πλαστικό που σε αποτύπωσε ,εγώ με τις αισθήσεις του επιτρέπω και του φωνάζω :  
Όταν μακρυά σου υπάρχω είμαι για να σε φέρω πίσω.

Και καθώς έτοιμος ποτέ δεν είσαι, με το μυαλό φαντάζεσαι
πολέμους σωμάτων, πληγές που αναβλύζουν λέξεις 
και χαρακώματα γύρω απ'τα σεντόνια.
Και ό,τι κι αν ζεις στον πόλεμο το βουτάς,
γιατί τη θες τη μάχη των ερώτων και προσδοκάς να μη σε λησμονήσει,
όπως με πείσματα αρνείσαι να παραδοθείς αλλά με γελάκια κρυφά παραδίνεσαι.
Αν το σκεφτώ καλά, έχω μιλήσει πιο παλιά γι'αυτή τη μάχη
αλλά και η ανάρτηση στο χάος μέσα χάνεται
όπως το πάθος κρύβεται στις αφορμές σου 
και στις δικές μας αγκαλιές.
Σε περιμένω.

(φωτογραφία από την ταινία Chico y Rita , του Fernando Trueba που σήμερα Δευτέρα Μεγάλη με έκανε συνένοχο στον έρωτά της)

Κυριακή 17 Απριλίου 2011

Κάποια εποχή

Κάνει κι απόψε μια υγρασία παραπάνω,
δίχως ταυτότητα ο καιρός παίζει μαζί μου. 
Τραβάω τα έπιπλα σκουπίζοντας,συγγνώμη για την αναστάτωση εσείς που κάτω απ'τα πόδια μου αναπνέετε -  ζήτησα την άδεια απόψε για το θόρυβο .
Ανακαλύπτω στους τοίχους φλούδες , δεν τολμώ να τις τραβήξω 
έχω ένα δισταγμό για το κουκούτσι πάντα σε ό,τι με περιβάλλει 
κι αν τον στοιβάζω κάπως πάντα βρίσκεται στα πόδια μου να μπλέκει.
Ίσως και οι τοίχοι να φουσκώνουν από τις αναπνοές σας 
και τίποτα να μην μπορώ να κάνω, ούτε να πάψω τις φωνές 
ούτε τα στόματα.
Το σπίτι γερνά, ρυτίδες με τα χρόνια,
ταβάνια που στάζουν και παράθυρα 
τρίζουν με τρόπους διαφορετικούς κάθε φορά
κι άλλοτε γυρίζω να κοιτάξω την πηγή κι άλλοτε δεν δίνω σημασία.
Με τη φθορά δεν τα βάζεις εύκολα,
οι φλούδες στους τοίχους ανοίγουν και με κοιτάζουν δόντια κάτασπρα 
κρεμάω ένα κάδρο στις σχισμές τους.
Ανοίγω και κλείνω φώτα βιαστικός, ακούω μόνο ένα βαρύ αναστεναγμό από τα δάπεδα ,
κλείνω τα αυτιά μου και γυρίζω στην πόρτα τα κλειδιά , 
στα χέρια μου οι φλούδες τυλίγονται και σχίζονται.
Κουκούτσι γίνεται ο τοίχος όλος και ο καρπός μέσα του δεν ξέρω αν περιμένει τη στιγμή να με κοιτάξει 
ή μόνο εγώ παίρνω τη σκούπα να μαζέψω κάπως τα φλούδια του.

Κυριακή 3 Απριλίου 2011

Ο χαρτογράφος


Κι Αν είναι στ' αλήθεια χάρτης οδηγός,
 εδώ γιατί βρισκόμαστε;
Αν είναι χάρτης αυτό το χάρτινο πανί που κάνεις προσευχή, 
τότε δεν φτάνει για το δρόμο,
μουτζουρωμένο με νησιά και ακρωτήρια.
Θέλεις κάτι πιο πάνω από πορεία για τη δική σου απορία.
Κι είναι συντεταγμένη
συντετριμμένη αυτή που στέκεται μπροστά σου, 
από ντροπή να σου μιλήσει για το δρόμο που δεν πήρες 
και για το δρόμο το διπλό που άδικα έκανες.

Όσο κι αν δίνεις σημασία στην υδρόγειο,
είναι πιο πέρα από σφαίρα αυτό που νιώθεις να σε απλώνει
χέρια και πόδια κρέμονται στο γαλαξία σου
και από το διάστημα δε φαίνονται
δεν είναι ανάστημα αυτό ,
είναι στο δρόμο που ξαπλώνεις γιατί χάθηκες.

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Post mourning


Περνώντας φευγαλέα δίπλα από το κρύο μου ψυγείο 
πέφτει το μάτι μου σε ένα χαρτί ζωγραφισμένο
από καιρό να με καλεί να πάρω μιαν απόφαση.
Τι να παθαίνουν τα παιχνίδια όταν τα βαρεθούμε,
να πέφτουν κι αυτά στην πλάνη και τον καταναγκασμό της ανακύκλωσης
 ή μήπως να κουρνιάζουν σε γωνιές που δεν αγγίζονται;
Δεν έδινα απάντηση,
μόνο άπλωνα το χέρι 
έπιανα το χυμό και το γιαούρτι, 
γύριζα το βλέμμα μου αλλού και έσβηνα το φως.
Και στο σκοτάδι της κουζίνας άκουγα πού και πού ένα λυγμό
ένα μικρό αχ τόσο ανεπαίσθητο
όπως ο θάνατος στις λάμπες φτερωτών εντόμων 
το καλοκαίρι .
Πάνω όμως στην ψυχρή αποθήκη προϊόντων 
που ίσως να καλύψουν πρόσκαιρα την πείνα μου
μια άλλη πείνα  αγωνιούσε .
Πεθαίνεις από θλίψη εσύ 
το παλιό μου παιχνίδι 
κι εγώ ένα κομμάτι θλίψης παραπάνω 
γύρω σου να νομίζω ότι ανάγκη δε σε έχω.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2011

Παύση

Δύσκολο να καλωσορίσεις παύσεις.
Δύσκολο να επιλέξεις το πότε,το πόσο ,το που.
Και η μορφή τους να διαφέρει είναι μια πιθανότητα.
Άλλοτε γδάρσιμο που ξεκολλάς τα πράγματα ένα ένα από το μέσα σου δωμάτιο
και επιλέγεις διαφορετική διακόσμηση.
Όχι γιατί βαρέθηκες τα ίδια σου τα έπιπλα,
αλλά γιατί μάζεψες ήδη τόση σκόνη κάτω απ'τα χαλιά σου και σηκώθηκαν τα έπιπλα 
στο ύψος των ματιών σου φτάσαν.
Κρύβουμε όλοι λίγη σκόνη κάτω από τα πόδια μας κι ας την ποδοπατούμε να μη χαλάσει το οπτικό μας πεδίο.
Άλλοτε φρέσκος σου αέρας να μυρίσει επιθυμείς 
κοπανιστός όπως κι αν είναι ,είναι αέρας.
Και όσα έπιπλα στο δρόμο δε βρεθούν, ένα μερίδιο αέρα το χρειάζονται. 


Δεν βρίσκεις εύκολα μετά τις λέξεις να μιλήσεις για την παύση.
Ανεβαίνουν οι κόμποι στο λαιμό,
αναμειγνύονται τα πρόσωπα που σε πνίξαν κι αυτά που σε κλείδωσαν
οι πράξεις και οι αφορμές
τα όχι που αν είχες ξεστομίσει θα ήταν ένα μεγάλο ναι στα τώρα λόγια σου.


Να αρχίσω για ένα Μάρτη και να φανεί ότι το γδάρσιμό του με επηρέασε θα είναι σαν να προκαταβάλλω τις σκέψεις μου .
Να πω ότι έπαψα,άλλαξα ή έσχισα γραμμές απ'τα παρόντα μου θα είναι επίσης λίγο.
Σκέφτηκα να σβήσω τις γραμμές μου και να γράψω απ'την αρχή,
όχι σε τετράδια
αλλά εκεί που τα λόγια μου είναι φωνήματα, οι πράξεις μου υπαρκτές,
πόσες φορές δε σκέφτηκα να πάψω; 
Όχι να διορθώσω,δεν είμαι υπέρ του γυρίσματος στο χρόνο
αλλά της διακοπής,
του τέλους όταν ένα ποτήρι ξεχειλίζει και ποτίζει το έδαφος παράλληλα με εκείνο το γυάλινο παρόν. 


Θα πω για το μούδιασμα του σώματος όταν η παύση είναι αναγκαία κατάσταση
επαναπροσδιορισμού.
Ανοίγεις τα χείλη διάπλατα, η φωνή εγκλωβίζεται, τα μάτια αναζητούν γύρω διέξοδο 
πριν δώσουν εντολή στα πόδια να τρέξουν
εσύ αναλογίζεσαι γιατί βρισκόσουν τόσο καιρό σ'αυτά τα λάθη 
σαν τη λέαινα να τα υπερασπίζεσαι μέχρι θανάτου
κι αυτά να σε κοιτάζουν σαρκοβόρα.
Και τότε έρχεται η επέμβαση του αστάθμητου πάντοτε παράγοντα
τα λάθη να σε καίνε και τη φωτιά τους να θες να αποφύγεις .
Φεύγεις με μια πελώρια παύση 
και αυτή σκόνη που τινάζεις από πάνω σου
φροντίζεις να τη βγάλεις και κάτω απ'τα χαλιά σου.