Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Νυχτερινά ποτά ΙΙ

Αυτή του χάους η αρμονία είναι συνθήκη που βιώνουμε σαν θέση . Όλα στρεβλά, όλα σαν είδωλα από καθρέφτη παραμορφωμένα. Ποιος θα το σπάσει αυτό το γυαλί που μας χωρίζει από τη ζωή που ονειρευόμαστε να ζούμε ;
Κανείς και πουθενά δεν είχε αυτή τη θέληση. Κανείς και πουθενά δεν είπε μια στάλα αλήθειας να μας βγάλει από το σκοτάδι. Σ'αυτό μας το ποτό το νοθευμένο , που θέλουμε ζωή να το ονομάζουμε , ας πούμε μιαν ευχή να μη ξυπνήσουμε ποτέ ή να ξυπνήσουμε πιο γρήγορα και ύστερα ας το σπάσουμε, πετώντας το απάνω στη σκιά μας. Είτε επιλέξουμε να κοιμηθούμε κι άλλο, είτε τα μάτια μας να ανοίξουμε, αυτού του ποτού δεν αποφεύγουμε την πόση. Ας ευχηθούμε στην υγειά μας. 

Τρίτη 4 Μαΐου 2010

επί σκεψη

Έρχεται και το παράθυρό σου το κτυπά. 


Δε θα μπορέσεις τώρα να τον αποφύγεις, έχει από ώρα το περίγραμμά σου δει, 
και τη σκιά σου ν' αχνοφαίνεται πίσω απ' το τζάμι. 
Σκέψου αν γίνεται ακίνητος να μείνεις, 
ογκώδης έγινες εσύ σαν αντικείμενο,
ακουμπισμένο έπιπλο
χωρίς καμία λογική σ'αυτή τη θέση.


Ή να υποδυθείς τον άγνωστο -κανείς δε σου επιβάλλει να είσαι ο εαυτός σου 
μέσα σ'αυτούς τους τέσσερις τους τοίχους.
Εσύ επιλέγεις να ανοίξεις και να δεχτείς το κύμα έτσι να εισχωρήσει.
Τώρα είναι αργά να βρεις δικαιολογίες,
κι αν ήσουν άρρωστος εξαρχής δε θα άνοιγες. 
Μείνε ακλόνητος και σκόνη φορτωμένος 
να μοιραστείς το μαρασμό ενός παλιού σου γνώριμου
που σε θυμήθηκε και θέλει να επιστρέψει.


Τούτος ο ξένος όμως θαρρείς 
ήταν καλύτερα που έλειπε, 
εσύ προχώρησες και τον αντικατέστησες.
Πώς να επιτρέψεις στον παλιό σου εαυτό
θέση να πάρει όπως τότε στη ζωή σου;


Κλείσε τα μάτια, 
προσευχήσου να προσέξει
πόσο απέχθεια έφερε ο ερχομός του
και ίσως τότε να τη δεις, 
στα μάτια η τρέλα
ένα κρυφό σου εγώ να σε καταδιώκει.   

Κυριακή 2 Μαΐου 2010

Πώς ( - + ) αλλιώς

Πότε δεν έμαθα κάτι για μένα χωρίς κόπο, όλα μου έφαγαν καιρό και την υπομονή μου την αμέλησαν, όσο εγώ τη γύρευα για σύμμαχο.
Έπρεπε από νωρίς με αυτή μου την ιδιοτροπία να συμβιβαστώ και να την έχω ως απάντηση στις ερωτήσεις των γνωστών μου και των φίλων. Γιατί είσαι έτσι; Γιατί δεν είσαι ένας άλλος, γιατί δεν είσαι αλλιώς; Κυρίως αυτό το ''αλλιώς'' και το ''πώς'' μαζί πορεύτηκαν και δρόμους άνοιξαν όσους και έκλεισαν.
Δεν μπόρεσα για πολλά πράγματα να είμαι σίγουρος, έτσι αυτό το '' σίγουρος για το τώρα'' εγκαταστάθηκε στη σκέψη μου και νόμιζα πώς ήταν αρκετό.
Δεν είναι όμως τίποτα αρκετό όσο οι άνθρωποι γυρεύουν το μετά και τις απαντήσεις από σένα, ειδάλλως γιατί να υπάρχεις στη ζωή τους; Ακούω τόσα γιατί , από έξω κι από μέσα μου που πολλές φορές μπερδεύομαι για την προέλευσή τους και δίνω απαντήσεις σε λάθος κατευθύνσεις - αλλά οι απαντήσεις βγαίνουν πάντα τόσο μετρημένες που δεν γίνονται ο κανόνας. 
Ο χορός των λέξεων γίνεται ιερός και οι προτάσεις ακολουθούν σαν το γεύμα μετά το χορό. Όταν είσαι λαχανιασμένος και όλα θολώνουν από την προσπάθεια. Τα δάκτυλα όμως τα ματωμένα είναι σημάδι ότι κάποιο χρώμα βγήκε από αυτή σου την προσπάθεια, είτε ένας φίλος, είτε ένας έρωτας, είτε ο εαυτός σου που μαζί σου στροβιλίστηκε. Στο πώς ( και το ) αλλιώς. 



Ά χρωμα

Δεν αρκεί ένα σου χρώμα για να θυμίσει άνοιξη,
όταν αυτό που βάφεις είναι το γκρίζο.
Είναι πολλών ακόμα παραγόντων η απαίτηση
κι απειροελάχιστη η δύναμη που δείχνεις .

Έχεις το άλλοθι ότι ποτέ δεν έμαθες να ξεχωρίζεις το λευκό από το ψέμα
και το δικό σου αίμα απ'την πορφύρα.
Πάντα με χρώματα όμως μιλάμε
για ζήλεια, πάθη και θυμούς , ντροπές και λάθη και κακίες
που θα έπρεπε κάτι να σου έχει μείνει.

Έχεις συνήθειες ακόμα τόσες κι όλες ξεβάφουν.
Λιώνουν στα χέρια σου και τρέχεις να με πιάσεις.
Μη μου λερώνεις όμως ένα δα κομμάτι από αυτό που εγώ ορίζω ως καμβά μου.


Νυχτερινά ποτά Ι



Άδειο το ποτήρι σου όσο και το δικό μου.
Μα το δικό μου μοιάζει τόσο καθαρό, σαν να μην ήταν ποτέ γεμάτο ή σαν να το'πια το κρασί μου με μία ρουφηξιά και στάλα περιεχόμενο δεν άφησα, ούτε καν τη μυρωδιά του. 'Οταν δε θέλεις να το δεις ποτέ γεμάτο, τότε φροντίζεις να μην ακουμπάει τραπέζι.
Γίνεται προέκταση κι αυτό του ενός χεριού σου και αναρωτιέσαι αν οι αρθρώσεις των δακτύλων σου είναι κι αυτές άμμος ψημένη, έτοιμο γυαλί να σπάσει.
Κι αν είσαι ένα από τα γέλια που απέφευγες, πώς μεταφράζεται αυτό σε δόσεις, σε γουλιές ή σε ποτήρια; Δύσκολο να κρατάς λογαριασμό με γυάλινα τα δάκτυλα.
Άκουω δειλά τους γύρω τους θαμώνες, μήπως σ'αυτούς ανακαλύψω μία γεύση που δεν πρόλαβα να παραγγείλω. Και την ακούω, όμως το ποτήρι έχει πάψει να γεμίζει, στέκεται δίπλα σου εξαρτημένο και αλκοολικό. Μην το γεμίσεις αφού μπορείς έτσι σιμά του τόσο πολύ να υπερέχεις.