Όποιο παιδί και να ρωτήσεις για τα σύννεφα, από τι φτιάχνονται , τι είναι αυτό που τα κρατά δεμένα και σφιχτά αγκαλιασμένα , δε θα βρεις νέες απαντήσεις από αυτές που θυμάσαι εσύ να έδινες στην ηλικία τους. Είτε από ζάχαρη πλεγμένα να τα γεύεσαι στο στόμα τα ονειρευόσουν, είτε από ουρανού κλωστές και πάνω τους κομμάτια παραδείσου και θεοί που κατοικούν παρατηρώντας σε να κλαις και να γελάς .
Κι ας ήρθε η επιστήμη σαν τον οδοστρωτήρα να τα εξηγήσει όλα, για εσένα έχουν πάντα κάτι τρυφερό που θα θυμίζει όνειρο , αιθάλη που τυλίγει ήρωες σε ασπρόμαυρη ταινία, ανέβασμα στον ουρανό και κάτι από Χατζιδάκι , κουρτίνες τόσο ελαφριές που τις ανοίγεις με ένα φύσημα.
Αθώα σε σκεπάζουν άσπρα γαλακτερά, στο γέννημα της μέρας ή στο κατευόδιο της όταν ξαπλώνει, ζηλεύεις όσους έχουν τη δύναμη στη φαντασία να τους δίνουν ένα σχήμα και να στα δείχνουν λέγοντάς σου ''κοίτα αυτό εκεί - ολόιδιο με λύκο '' ή ''δεν είναι σαν μικρή χελώνα; ''
Κι ας μην το κατάλαβε ο νους σου αυτό, όλοι έχουμε την ανάγκη να δούμε κάτι παραπάνω σε αυτά.
Κι ας είναι γκρίζα ακόμα με ψιλόβροχο, κουρτίνες με τα κρόσσια τους πάνω σου να ξεφτίζουν, μαύρα κι ανταριασμένα να σε κάνουν στο σπίτι σου να κλείνεσαι και να γυρεύεις να ακούσεις τη μουσική τους , τη βροντή τους , τον οργασμό και τις δικές τους λήψεις, φωτογραφίες λες με τραβούν από εκεί ψηλά, δεν είναι αστραπή αυτό το φλας που ανάβει. Όλα τα θες και το μυαλό σου τα μπορεί να τα επινοήσει. Είναι όμως αρκετές εκείνες οι στιγμές που ξέρεις πως δε γίνεται να τα ακουμπήσεις.
''... τη σκάλα πάρε του ουρανού, μα πέτα τ' όνειρο απ'το νου, αλλιώς δεν ανεβαίνει...''
Αυτά τα σύννεφα πονούν , μαθαίνεις να το λες στον εαυτό σου, σφάζουν και σε ματώνουν, αν στα φοράνε και δεν τα διάλεξες από δική σου ιδιοτροπία να το κάνεις . Αν τα ζητάς, δε θα τα φτάνεις κι αν στα ζητούν είσαι μικρός να τα αγκαλιάσεις . Γίνεσαι κι ο ίδιος σύννεφο για κάποιους κι αναρωτιέσαι πώς το μπόρεσαν να σε παραλληλίσουν με κάτι που είναι ρευστό, όσο εσύ και προφανές. Και να θέλεις να γίνεις ένα σύννεφο , δεν το μπορεί η φύση σου να αλλάξει μέσα σύσταση και χρώματα να δίνεις με διαθέσεις ξένες . Αν είσαι λοιπόν ένας ακόμα λύκος που γυρεύει θήραμα να πνίξει με τα πουπουλένια νύχια του ή μια χελώνα που αργοκινάει σε κάποιου ουρανό που επιθυμεί να δει να τρέχεις, είναι μια τόση δα ανάγκη του που σε πιέζει να αλλάζεις ρούχα .
Μα έχουν τα σύννεφα προϋποθέσεις να καλύψεις και δεν τις βρίσκεις έτσι αβίαστα μπροστά σου. 'Οταν η μέρα τους τα πλάθει , εσύ γυρεύεις νύχτα να ζυμώσεις και δε διακρίνεις τα υλικά που ανακατεύεις, όλο κάτι άλλο βγαίνει , όχι τόσο άσπρο, όχι τόσο ονειρεμένο. Και είναι τόσο σπάνιο στη νύχτα σύννεφο να δεις να κατοικείται, που δε θα το ήθελες νομίζω και δε θα το μπορούσες ούτε καν να το πατήσεις. Θα γκρέμιζες τη σκάλα σου κι εγώ σου λέω δεν έμαθα ακόμη να τη χτίζω.
Πονάνε αυτά τα σύννεφα κι ας μη τα λαχταράς λοιπόν, άσε τα λίγο ακόμα να ταΐσουν των παιδιών τη φαντασία μήπως με τα δικά τους μάτια εξηγήσεις ποιο σκαλί τους έχει ασφάλεια .