Ύστερα από σειρά στιγμών που εξαντλείς τα περιθώρια να παίξεις,να γελάσεις, να σκεφτείς και να συζητήσεις, να υπαινιχθείς και να δηλώσεις, ακολουθεί μια ή και δύο πολλές φορές 24ωρα όπου βαριέσαι να μιλήσεις , να γευτείς και να κινηθείς , όλα σου φαίνονται τόσο βαριά όπως θα έμοιαζαν αν τα κουβάλαγες στην πλάτη σου.
Αχ αυτές οι μέρες - οι διόλου ευτυχισμένες - οι άτυχες που πρέπει να συγκριθούν μεταξύ των λαμπερών καλοκαιρινών και να ξέρουν εκ προοιμίου πως θα χάσουν από αυτή τη σύγκριση.
Τι να τις κάνεις όμως, αφού βαρύθυμα τις υποδέχεσαι κι αυτές στρογγυλοκάθονται στο χώρο το ζωτικό σου και δε λένε να ξεκουνήσουν ... ξέρεις βέβαια πως θα το κάνουν γιατί από τη φύση σου δεν έδειξες ποτέ τόση φιλοξενία στη μαυρίλα σου, κι ας την καταχωνιάζεις μαζί με το σκοτάδι , υπάρχουν μέθοδοι να σε αφήσει να χαρείς κι άλλο το φως σου. Υπάρχουν όμως κι αυτό σε απασχολεί. Το χαμόγελο που το σκορπάς απλόχερα σαν να είναι αστείρευτο, είναι φορές που το αναζητάς ή που δε έχεις καν τη διάθεση να το βάλεις.
Κρίμα. Αν και μάλλον περί νομοτέλειας πρόκειται όπως προείπα. Τίποτα δεν πάει πεταμένο. Αρκεί να το εκτιμάς όταν σου λείπει και να το ψάχνεις πάλι. Ε λοιπόν τώρα το ψάχνω πάλι . Και ναι, νομίζω έρχεται :-)