Τετάρτη 14 Ιουλίου 2010

Ενήλικα χρόνια (η απουσία )

Πες με ακόμα έναν αγέννητο ενήλικα που ξέρει μόνο το μεγάλο να υποδύεται κι όχι στα αλήθεια να έχει τη διάθεση να το ζήσει . Πες με αν θέλεις άτολμο ή ονειροπαρμένο. Όπως κι αν θες κι έχεις το θάρρος ή ένα θράσος τόσο δα να με φωνάξεις, ίσως ποτέ δεν κατορθώσεις να εξηγήσεις τι είναι αυτό που θα με κάνει να γελάω και να πονάω. 


Είναι στιγμές που δεν περίμενα ποτέ ό,τι θα γίνει, όταν τα δάκρυα μου ήρθαν και με γύρεψαν (και μάθε κάτι τώρα που έχω το χρόνο να στο πω και δε θα υπάρξει δεύτερη φορά να επαναλάβω ότι τα δάκρυα ποτέ δεν τα συγκράτησα κι όπως κι αν ήρθαν να με βρουν , είχα μια άνεση παιδιού κάτω από τα σεντόνια να τα βάλω αυτά τα δάκρυα να τρέξουν ) και όμως ως σήμερα αυτές μου οι στιγμές καταχωρήθηκαν ως τόσο αγαπημένες.


Είναι από φίλους, πίσω από πόρτες ξαφνικά που εμφανίστηκαν με μία τούρτα αναμμένη μέρα γενεθλίων . Είναι από λόγια τρυφερά που σου ψιθύρισε κι αναρωτήθηκε αν δώρο ήταν τα λόγια τα δικά σου. Είναι από κάθε μια χρονιά με μαθητές που δέθηκες κι ήθελες κάπως να το δείξεις κι εσύ έκλαψες. Είναι από νότες που σου παίζουν με τα λόγια σου , ένας χορός που τώρα πλάθεται στα βήματα . Από αδέσποτα στους δρόμους που υποφέρουν κι από ανθρώπους με το χέρι απλωμένο. Από τα όνειρα που έκανες μικρός κι από αυτά που ξέχασες να κάνεις. Από αυτούς που σε μαχαίρωσαν δειλά κι από αυτά που εσύ κακό έκανες στον εαυτό σου.


Ίσως τα πιο πολλά από αυτά τα δάκρυα να συγχωρούνται , ίσως και να δικαιολογούνται. Μα πιο γενναία θεωρείς όσα σε φέρνουν να θυμάσαι ένα παιδί που μέσα κρύβεις και που πολλές φορές γι'αυτό μιλούσες. Μία ταινία ήταν απόψε η αφορμή, μια ιστορία παιχνιδιών που να γελάσεις σε έκανε όσο ελάχιστες κατάφεραν. 




Κι όμως αυτή η τελευταία της σκηνή, με τον μικρό τον ήρωα σε ένα άλλο κορίτσι τα παιχνίδια του να δίνει γέμισε δάκρυα τα μάτια τα δικά σου. Είχε τόση αγωνία μη τυχόν και κακοπέσουν τα παιχνίδια , που εξιστορούσε τη ζωή τους λες και θα ήταν θαύμα αν μπορούσαν να τη συνεχίσουν. Είχε μια γλύκα αυτή η σύνθεση χρωμάτων , σκέψεων και σε έκανε να θυμηθείς τις φωνές των παιχνιδιών που κουβαλούσες στο χέρι σου, στρατιωτάκια, αυτοκίνητα και ζώα, όλα με ονόματα και σε ιστορίες μπλεγμένα να συντροφεύουν τα μερόνυχτα που σου χαρίζαν μπόι.

Αυτά τα δάκρυα είναι για όσα ηλιοβασιλέματα έβαψες με νερομπογιές και τα κρέμασες στην αυλή να τα δεις να λάμπουν. Ακόμα και τώρα βρίσκεις αφορμές να κοιτάζεις στις αυλές μήπως περίσσεψε κομμάτι από αυτές τις περασμένες σου ιχνογραφίες. Αυτά όμως είναι χρώματα που ήδη μοιάζουν ανεξίτηλα στις καλημέρες σου. Και τις μοιράζεις γιατί έτσι θα ήθελες να σε θυμούνται τα παιχνίδια σου και ίσως βρουν το δρόμο πίσω να γυρίσουνε σε σένα.
 Καλημέρα μεγάλο μου παιδί.  

Δευτέρα 12 Ιουλίου 2010

Μέρες ανήμερες

Μπορεί να είσαι εσύ ο φταίχτης ή όλα να έχουν το λόγο που συμβαίνουν στων ημερών μας τη διαδοχή. Αλλά και να θες να το εξηγήσεις δεν υπάρχουν πάντα οι κατάλληλες λέξεις να σε στηρίξουν. (Αιώνιο πρόβλημα αυτές οι λέξεις κι ας καταγίνεσαι μαζί τους ολημερίς , πάντοτε υπάρχει κόπος να τις πλάσεις όπως το μέσα σου ορίζει.) Το θέμα είναι όμως αυτή η νομοτέλεια που ακολουθεί τις μέρες σου.


Ύστερα από σειρά στιγμών που εξαντλείς τα περιθώρια να παίξεις,να γελάσεις, να σκεφτείς και να συζητήσεις, να υπαινιχθείς  και να δηλώσεις, ακολουθεί μια ή και δύο πολλές φορές 24ωρα όπου βαριέσαι να μιλήσεις , να γευτείς και να κινηθείς , όλα σου φαίνονται τόσο βαριά όπως θα έμοιαζαν αν τα κουβάλαγες στην πλάτη σου.

Αχ αυτές οι μέρες - οι διόλου ευτυχισμένες - οι άτυχες που πρέπει να συγκριθούν μεταξύ των λαμπερών καλοκαιρινών και να ξέρουν εκ προοιμίου πως θα χάσουν από αυτή τη σύγκριση.
Τι να τις κάνεις όμως, αφού βαρύθυμα τις υποδέχεσαι κι αυτές στρογγυλοκάθονται στο χώρο το ζωτικό σου και δε λένε να ξεκουνήσουν ... ξέρεις βέβαια πως θα το κάνουν γιατί από τη φύση σου δεν έδειξες ποτέ τόση φιλοξενία στη μαυρίλα σου, κι ας την καταχωνιάζεις μαζί με το σκοτάδι , υπάρχουν μέθοδοι να σε αφήσει να χαρείς κι άλλο το φως σου. Υπάρχουν όμως κι αυτό σε απασχολεί. Το χαμόγελο που το σκορπάς απλόχερα σαν να είναι αστείρευτο, είναι φορές που το αναζητάς ή που δε έχεις καν τη διάθεση να το βάλεις. 

Κρίμα. Αν και μάλλον περί νομοτέλειας πρόκειται όπως προείπα. Τίποτα δεν πάει πεταμένο. Αρκεί να το εκτιμάς όταν σου λείπει και να το ψάχνεις πάλι. Ε λοιπόν τώρα το ψάχνω πάλι . Και ναι, νομίζω έρχεται :-) 

Σάββατο 10 Ιουλίου 2010

Ένας Κύπριος Ορφέας

Δεν είχα ακούσει τα λόγια μου να επιστρέφονται σε μένα κι όμως το ζω. 
Δεν είχα φανταστεί τις σκέψεις μου να σιγομουρμουρίζονται κι όμως τώρα μου συμβαίνει. 
Δεν περίμενα να γίνει τόσο γρήγορα και να έρθει αυτό να με βρει κι όμως το χαίρομαι απεριόριστα. 
Αυτή η χρονιά έφερε πολλούς νέους ανθρώπους στη ζωή μου, κάποιους περαστικούς, κάποιους για παρέα, κάποιους για δημιουργία. Ανάμεσα στους τελευταίους ανήκει και ξεχωρίζει ένας φίλος που μου έκανε ένα δώρο παραπάνω από ό,τι εκείνος μπορεί να υπολογίσει. 
Πήρε τα λόγια μου και τα έκανε δικά του, νότες στην κιθάρα του και μου τα έστειλε πίσω να τα βιώσω διαφορετικά. Το είχα ανάγκη και το καταλαβαίνω τώρα που το ζω, να έρθει ένα χέρι να με σκουντήξει και να μου πει ''έλα να κάνουμε κάτι παραπάνω , χρειάζομαι τη δική σου προσπάθεια, έχει αξία να το κάνουμε μαζί'' . 
Με αφορμή μια κουβέντα που είχαμε σήμερα, φίλοι μαζεμένοι, ανακεφαλαιώνω ότι δεν επιδιώκω το άπιαστο , ούτε πετάω στα σύννεφα. Είμαι έτοιμος να παλέψω όσο μπορώ και μου επιτρέπεται κι ίσως λίγο παραπάνω από αυτό. Μόνο να το ζήσω ακόμα και σαν όνειρό μου αρκεί αυτό που πλάθουμε μαζί και να το δούμε κάπως να παίρνει το δρόμο του. 
Με συγκινεί αυτή σου η αφοσίωση φίλε μου Γιώργο και χαίρομαι που ήρθαν έτσι τα πράγματα να σε γνωρίσω παραπάνω. Σε ευχαριστώ ξανά και ξανά για το δρόμο που με βοήθησες να δω. Εύχομαι να περπατήσουμε μαζί πολύ από αυτό το δρόμο.

Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Ταράτσα


Όταν έχεις τη θέα του ουρανού στα πόδια σου
ή τα πόδια σου απλωμένα να τη δείχνουν πάνω σε μια καρέκλα ξαπλωμένος, δε σκέφτεσαι πολλά ή ό,τι κι αν σκέφτεσαι είναι σχετικό με το φεγγάρι και τις ακτές που αστράφτουν στων πολυκατοικιών τις οροφές.


Έχεις ταράτσες απέραντες και αναρίθμητες να μετρήσεις και πάνω τους ομπρέλες και άμμο απλωμένα έτοιμα να σε υποδεχτούν . Κάνεις ένα βήμα και ακούς το κύμα να σκάει πάνω τους, ένα βήμα ακόμα και σε βρέχει η οπτασία σου. 
Όχι, δεν είσαι τρελός να κάνεις τέτοιες σκέψεις ...η φράση εξάλλου ''την κάναμε ταράτσα'' τι δηλώνει; Ότι εκεί ψηλά έχεις το θάρρος και το δικαίωμα να σκεφτείς, να ονειρευτείς και να υποδεχτείς τις λέξεις που ναυαγούν στα χείλη σου και τα φώτα που ανάβουν σαν φανάρια να σε προστατεύουν από τη νύχτα που γυρίζει από λιμάνι σε λιμάνι. 


Τα λιμάνια λοιπόν ξεχύνονται και φυτρώνουν σαν νυχτερινά λόγια αγάπης στο αυτί σου που τα ακούς όταν ψάχνεις για στεριά, αλλά σε νοιάζει περισσότερο το ταξίδι.
Κι όπως μου είπε ένας αγαπημένος άνθρωπος μου πρόσφατα ''Τα φιλιά μου πηδάνε σαν τους γάτους από ταράτσα σε ταράτσα για να έρθουν στο μπαλκόνι σου. 
Και ίσως ένας να έδωσε ένα σάλτο πιο ψηλό απ'τα άλλα και να βγήκε στο φεγγάρι.
Και απομένει να γουργουρίζει ερωτευμένος και μόνος τον πόνο του στη νύχτα ''


Η ταράτσα μου όμως δεν έχει διάδρομο απογείωσης, μόνο προσγείωσης, πράγμα που σημαίνει όσα φιλιά καταφτάσουν μένουν και δεν πηδούν σε άλλη ταράτσα. 

Τετάρτη 7 Ιουλίου 2010

Αόριστες λέξεις : κάπου

Το κάπου όπως και το οπουδήποτε μας χαρακτηρίζει : είτε από έλλειψη αποφασιστικότητας, είτε από υπερβολική αισιοδοξία ή παραίτηση, πηγαίνουμε κάπου, με την ίδια ευκολία που θα πηγαίναμε οπουδήποτε. Η απουσία σαφήνειας στη λέξη όμως δε σημαίνει και απουσία σημασίας στο περιεχόμενο.

Κάπου εδώ, 
κάπου εκεί, 
κάπου στον κόσμο, κάπου στο πλήθος, 
κάπου στο ίσως, στο μετά , στο γιατί, στο μαζί, στο αλλιώς
κάπου με φίλους , κάπου με σκέψη, με λόγια , με σιωπές, με φόβους, με χαρές.
Πολλές φορές το κάπου, είναι αυτό που εμείς θέλουμε να γίνει
με τη χαρά που θέλουμε να το ντύσουμε και με αυτούς που θέλουμε να το μοιραστούμε. 

Τόσο απλά γίνεται το κάπου εκεί που θέλουμε να είμαστε
αρκεί να πείσουμε τον εαυτό μας  πως μπορεί  να το μετατρέψει.
Ξέρω πως το δικό μου ''κάπου'' συνήθως είναι γελαστό
γιατί το θέλω να είναι τέτοιο και γιατί έχω τους φίλους που με βοηθούν. Τους αγαπώ και τους το αφιερώνω. 
(Το κάπου μου είναι και όπου είναι κι αυτοί. Τόσο απλά.)