Κυριακή 23 Μαΐου 2010

Λιγότερο στην πτήση μαθητής

Θυμάμαι να πετάω , δε θυμάμαι όμως τα βλέμματα των ανθρώπων να με κοιτούν , ούτε οι δείκτες των χεριών τους να με σημαδεύουν κι ας το ήθελα, όχι από θαυμασμό να γίνεται αλλά για να μπορούσα τώρα να ζητήσω μιαν επιβεβαίωση πως ναι, ήταν αλήθεια τότε που πετούσα, ήταν οι μάρτυρες μαζί μου και έχουν λόγο να το υποστηρίξουν. 
Ίσως να ήταν όνειρο πως πέταξα ή να μην έχει ο άνθρωπος πολλές φορές τη δυνατότητα να πράξει αναλόγως με πουλί. Κι αν είχα γεννηθεί με φτέρωμα και έλξη προς τα πάνω, νομίζω τώρα η βαρύτητα με κάνει να μη κινώ τα βήματά μου ούτε για λίγο.
Παρατηρώ όμως πολύ, κοιτάζω γύρω μου τους άλλους όμοιούς μου, παραμονεύοντας να δω αυτοί πώς ζούνε, συμβιβασμένοι με την πεζή μας διαδρομή ή μοναχά απροετοίμαστοι να την αφήσουν πίσω τους; Έστω και έναν τους αν δω πως τάχα ανασηκώνεται από το έδαφος, έχω το φόβο πως θα τρέξω να του φορτωθώ στην πλάτη, να απειλήσω να τον ρίξω αν δεν με πάρει ως τα ψηλά μαζί του. Σαν όνειρο θα ήταν κι ας ξέρω πως τη δύναμη δεν έχω να το κάνω.
Θα ήμουν βάρος και προσωρινά ουράνιος, αν μέσα δεν κατόρθωνα τις μηχανές να βάλω μπρος σύντομα θα κατέληγα να πέφτω. Άπτερος κι αναπόδραστος... είναι οι λέξεις τόσες πολλές που με ζαλίζουν, ακόμα κι αυτές με δύναμη στροβίλου αποδεικνύουν την υπεροχή τους απέναντί μου, έχουν τα φτερά και την τόλμη και πετούν... Τόλμη χρειάζεται ή μόνο σκέψη; 
Η σκέψη έρχεται όταν τα πόδια μου λυγίζουν όχι από δύναμη αλλά αδυναμία. Παιδί ήμουν όταν το πρωτοσκέφτηκα, όταν εκδήλωσα αυτήν την αδυναμία να ανεχτώ το χώμα ισόβιο φιλί στα πόδια μου. Τι κι αν στα μάτια της ορκιζόταν έμοιαζα ότι μια μέρα θα πετούσα και το καμάρι της θα ήμουν, έφτασα ίσα μέχρι το κεφάλι της να στέκομαι , ο γιος κάποτε θα έπρεπε να ήταν πιο ψηλά απ'τη γενιά την προηγούμενη.
Δε θα θελα τίποτα προς το παρόν, ούτε να φτάσω ένα βήμα παραπάνω αν δεν το αξίζω. Τι να το κάνεις το κενό αν δεν του βάλεις λίγη αξία να το βάψεις... Θα ήθελα μονάχα να θυμηθώ πως το μπορώ, πώς έχω μέσα μου τις οδηγίες πτήσης. 

Σάββατο 22 Μαΐου 2010

Ψυχρό Σάββατο








(portrait of Luther Burbank - Frida Kahlo)



Μου άρεσε πάντα η ιδέα

ο θάνατος να γίνεται αφορμή να ανθίσει ένας κόσμος , 
να αρπάξει ένας καρπός την ευκαιρία να γίνει δέντρο
που όλο θα μεγαλώνει
κι όσο οι ρίζες του θα χάνονται στην άβυσσο, 
εμείς θα κλαίμε το χαμένο συγγενή μας.
Θα τον θυμόμαστε κάτι μέρες σαν και τη σημερινή, 
των Ψυχών το Σάββατο
και θα γλυκαίνουμε τη μνήμη με μαϊντανό στο στάρι βουτηγμένο.
Τώρα που η γεύση δεν έχει την αξία που της δίναμε κάποτε, 
ελεύθερα γευόμαστε την αποτυχία του ανθρώπου 
να φάει το χώμα που τον σκεπάζει.
Όλα τα μπορούσε 
και τώρα με καρπό μοιάζει και φρούτο ...

4 φρέσκες πράξεις (πράξη IΙ )

Βλέπεις τους ξένους και απορείς πως γίνονται να μοιάζουν άγνωστοι. Κι όμως όλοι κουβαλούν κάτι που κι εσύ αντέχεις. Όλοι στο βλέμμα έχουν φορτίο , μιαν απορία για το μετά.





Μετά από δω το φρέσκο χώμα, μετά από δω νερό της λήθης. Κι όμως κανέναν δεν πλησιάζεις . Η δεύτερή σου πράξη δε λέγεται υπενθύμιση για όσα κοινά σας συνδέουν και τα ξέχασες, αλλά πλησίασμα να ανακαλύψετε τι άλλο θα είναι δυνατό να σας ενώσει.

Τετάρτη 19 Μαΐου 2010

Κινούμενες και ρόδινες τοξίνες


Με ένα κλουβί διασχίζεις τις λεωφόρους, 
ανοίγεις δρόμους με τις ρόδες του να αστράφτουν.
Η μηχανή του σε ζαλίζει 
κι απ'το παράθυρό να αποτυπώσεις τις εικόνες δεν προφταίνεις...
Η πόλη είναι γεμάτη με ανθρώπινες κονσέρβες , 
μετακινούμαστε χωρίς να ξέρουμε πόση αρμύρα κουβαλάμε, 
εσύ όμως το υποψιάζεσαι πως μέσα σε κάθε λεωφορείο όλοι μοιάζουν κοινότυποι και απαράλλαχτα όμοιοι.
Χαζεύεις απ'τα μάτια του χωρίς να ξέρεις τι κοιτάζεις...
είναι σκιές που κυνηγάς ή τρέχεις από εκείνες να ξεφύγεις;
Δεν έχει τόση βιασύνη πια η ζωή μας, εμείς γιατί δε θέλουμε να το καταλάβουμε; 
Τα κάγκελά του είναι αυτά που σε στηρίζουν, 
έτσι που βίαια ξεφυτρώνουν στο κουφάρι του.
Το μέταλλο τους είναι απλό , λείο κι όμως το χέρι σου γαντζώνεται.
Χωρίς να θες να το χρειάζεσαι, πρέπει με αυτό να γίνεις φίλος την κατάλληλη στιγμή που το όχημα το φρένο θα πατήσει.
'Οχι με άλλους που στην ίδια μοίρα βρίσκονται , αυτοί δεν έχουν λογική για να σε φτάσουν . 
Έκαστος το νου τον έχει στη δική του στάση, το δικό του το κουμπί έχει την παραπάνω σημασία.
Είναι που μοιάζουν τα κλουβιά με του μυαλού μας τις τοξίνες, πηγαινοέρχονται και φεύγουν χωρίς ποτέ να συναντιούνται ειλικρινά οι εαυτοί μας . Παίρνω το 843 και καταλήγω σε μια νεύρωση ή από αυτή ξεφεύγω ; Αυριανό μου δρομολόγιο, κάνε μια στάση να κατέβω. 
(O πόθος έμεινε ασπρόμαυρη ταινία κι αυτό το λεωφορείο δεν πάει προς το παρελθόν) 

Δευτέρα 17 Μαΐου 2010

Λόγια επιτραπέζια


Όσο θυμάμαι ο εαυτός μου είχε πρόβλημα με τις λέξεις. Ποτέ δεν έβρισκε τις σωστές για να εκφράσει αυτό που ήθελε, είτε αυτό ήταν πόνος, είτε θυμός, είτε οργή, είτε χαρά, σε βαθμό να αμφισβητεί αν το θέλει πραγματικά.  Άπειρες φορές επέστρεφε στο σπίτι σκεπτόμενος απαντήσεις που θα μπορούσε να είχε δώσει σε πρόσωπα που κακώς άφηνε να πιστεύουν πως τον αποστόμωναν.
Αποστομώνω : δίνω την απάντηση που δε θα ήθελα να ακούσω και τρέχω να χαρώ βλακωδώς τη νίκη μου.
Αυτό το συνήθειο άργησε πολύ να τον εγκαταλείψει.Οι αφορμές δεν έπαψαν αλλά εκείνος δεν είχε πια το χρόνο και τη διάθεση να απαντήσει. ( Μιλώ για μένα σε τρίτο ενικό πρόσωπο γιατί με εγκατέλειψα κι εγώ κάποια στιγμή μαζί με άλλες αρκετές δυσάρεστες συνήθειές μου.) 
Μεγαλώνοντας βρήκα τον τρόπο να θυμώσω με μένα. 
Θυμός : Άρνηση να συμβιβαστείς με τα μέσα και τα έξω λάθη.
Να θυμώσω τόσο όσο χρειάζεται για να μάθω να δειπνώ μαζί με τις λέξεις προτού τις αποβάλλω. Κάθε μου λέξη θα έπρεπε να είναι ένα γεύμα που δοκιμάζεις εσύ αυτό που μαγειρεύεις προτού το σερβίρεις. Σίγουρα στην αλμύρα του και στη θερμοκρασία χωράει πάντοτε βελτίωση. Κι ας έρθει η απάντηση σαν κρύο πιάτο, είναι ανάγκη να μου να βγει στο αλάτι πρέπουσα.
Γεύμα : η ικανότητα προσφοράς τροφής , πνευματικής ή υλικής σε αχόρταγα μυαλά και στόματα που θα ζητήσουν κι άλλο για να επιβιώσουν.
Έμαθα λοιπόν να παίζω μ' αυτές και μόνο παίζοντας με τις λέξεις κατορθώνεις πολλά. Να τις αποδυναμώνεις και να τις αφήνεις στο στόμα σου να υγραίνονται προτού γλιστρήσουν από τα χείλη σου. Έτσι θα ακουστούν περισσότερο μαλακές, γιατί σκληρή κουβέντα δεν έχεις λόγο να πεις. Έχεις το βλέμμα να πεις τα άλλα, τα σκληρά και ανελέητα.
Όσος καιρός όμως περνάει τόσο βρίσκομαι πελαγωμένος σε ένα ταμπλό με αναρίθμητα λύματα , όλα φραστικά - άλλοτε ξεκάθαρα κι άλλοτε περιφραστικά και πρέπει να μαζέψω τα γράμματα ένα προς ένα για να βρω τη σωστή διατύπωση. Όσο περισσότερα τα γράμματα, τόσο πιο δύσκολα σκέφτεσαι τον καλύτερό τους συνδυασμό . 
Πελαγωμένος : Μετοχή βρεγμένη και ανήμπορη να σου απλώσει το χέρι, όταν εσύ είσαι και μπλεγμένος, βουτηγμένος , ενίοτε και καραβοτσακισμένος.
Το είπα και πριν , δυσκολεύομαι από παιδί να το πετύχω αυτό το γράμμα, το αρχικό. (Συνειρμικά το ''π'' το έχω στο νου μου για παιχνίδι . Αυτό το ''μ'' θυμίζει πάντα το όνομά μου και τη μοίρα, ενώ το ''δ'' λίγο από δόλιος και ατυχής και λίγο δό-λιος και πονηρός μου φέρνει.) Αυτό που θα μου δώσει ένα σπρώξιμο για να λυθεί η γλώσσα και όλα τα υπόλοιπα να τρέξουν προς τα έξω να ελευθερωθούν. 
Αλλά η δυσκολία μου είναι τέτοια που την κοιτάζω και γελώ. Ζώντας βλέπω τις στιγμές που τα γράμματα πηδούν από το στόμα μου και πέφτουν, όχι πλέον στον γκρεμό αλλά στα αυτιά των παρευρισκόμενων, να πληθαίνουν. Άλλοτε άτσαλα, άλλοτε περίτεχνα. Η προσπάθειά μου μετράει, έτσι πιστεύω. Ότι έτσι μπορώ να πάρω νέα γράμματα από το σακουλάκι και να ζήσω και σε νέους χρόνους τη χαρά να κλίνω το παρόν και το μέλλον μου με λόγια . Και με έργα. 
Μέλλον : αυτό που όλοι συζητούμε, χωρίς να ξέρουμε ούτε σε ποιον ανήκει, ούτε σε ποιον θα φτάσει και σε ποιον θα περισσέψει. Ένα Μ κεφαλαίο. Το δικό μου.