Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

Καπαρωμένα * αρ.1 (το χρώμα σου)

''Αναζητώ το χρώμα σου,
αντίο λέει το στόμα σου
και το φιλώ
με κόκκινο να βάψω.

Σημάδια ανεξίτηλα,
το χάδι έτσι να κυλά,
με τη φωτιά
το παρελθόν να κάψω.

Δε ζήτησα το αύριο,
δως μου το τώρα άγριο,
ανάγκη έχουν οι μοναξιές να δούνε...
ας είναι άλλη μια φορά να ενωθούνε...

Ξεθώριασαν τα ονόματα
μα μνήμη έχουν τα σώματα
και χρώματα
που πόθησαν θυμούνται.

Τις νύχτες μας τις σκότεινες,
τις κόκκινες μας τις σιωπές
μοιράζουμε
και οι πληγές κοιμούνται...

Δε ζήτησα το αύριο,
δως μου το τώρα άγριο,
ανάγκη έχουν οι μοναξιές να δούνε...
ας είναι άλλη μια φορά να ενωθούνε...

              Αναζητώ το χρώμα σου... ''



* τα Καπαρωμένα είναι μια σειρά στιχουργημάτων προς αναζήτηση μελοποιητή . Πληροφορίαι εντός . 

Τετάρτη 29 Ιουνίου 2011

Bedroom eyes

Mόνος ποτέ δεν είσαι,
είναι πολλά τα μάτια γύρω σου
και σε παρατηρούν
(αν κάτι άλλαξε)
μέσα από τοίχους βλέφαρα ανοιγοκλείνουν
και ίσα που προλαβαίνεις να τις δεις 
κόρες ματιών ανάβουν σαν μικρές φωτιές 
κι ύστερα πάλι σβήνουν.
Κι όταν ξαπλώνεις οι τοίχοι γέρνουν να σε δουν 
(κι αν κάτι άλλαξε).
Κομμάτι κομμάτι του εαυτού σου
εναποθέτεις σε στρώμα μαλακό
και με σεντόνι να τα σκεπάζει.
Αυτό το σκέπασμα βαρύ όσο ανάλαφρο ακούγεται.
Κι έχεις τα μάτια από τους τοίχους
στα χέρια σου να πέφτουν
(κι αν κάτι άλλαξε).
Δεν έχεις κάτι να τους δώσεις,
τη λαίμαργή τους τη θωριά να την ταΐσεις.
Εσύ που μέχρι πρότινος κρατούσες αγκαλιά 
άνθρωπο νέο
τώρα σου δίνουν λίγο χρώμα να κοιμίσεις.
(Κάπου στις νύχτες έκρυψα κι εγώ την αγκαλιά σου.
Τόσο καλά κρυμμένη
τώρα δεν τη βρίσκω πουθενά)
Να νανουρίσεις εαυτό
ή με το όνειρο να ζήσεις,
κάνεις τις νύχτες σου μια άγρια μαντεψιά
τι απ'τα δύο θα σε κάνει ευκολότερα να χάσεις.
Όχι ότι κέρδισες σε κάτι.
(αυτό ποτέ δεν άλλαξε).
Αλλά τα μάτια θέλουν κάτι να προσφέρεις.
Δίνεις λοιπόν μέρα τη μέρα 
δική σου ολόδικη ματιά 
τόσο επτασφράγιστη στο πιάτο τους
να μη τα δουν τα όνειρα που ζεις 
μες τα μεσάνυχτα
(κι αν κάτι άλλαξε).  


Κρατάω τα μάτια μου κλειστά 
να καταπιώ αυτό το δεύτερο το πρόσωπο που δεν μπορώ να πάψω να απευθύνω.

Τρίτη 28 Ιουνίου 2011

τα μάτια της εξόδου


Σε θυμάμαι με το βλέμμα στην έξοδο
να μη χαθείς μέσα στην αίθουσα,
ασφυκτιούσες
από την έλλειψη ένωσης χημικής ,
με δύο λόγια παραπάνω εγκατέλειπες
κι αναζητούσες οξυγόνο φρέσκο.
Δε σου έταξα ποτέ μου το σκοτάδι,
από παιδί απρόβλεπα αυτά μας συναντούν,
σκιές και απαντήσεις που δε γέμισαν κενά.
Υπάρχουν τόσα αφανέρωτα σκοτάδια
κι εγώ δεν ήμουν φανερά ικανός 
λίγο δικό μου φως να σου προσφέρω
να σε κρατήσω αγκαλιά με μάτια ανοικτά να σου φωτίσω
ένα δικό σου δρόμο να ανοίξω , να σε δω να περπατάς 
...και να ψάξω μια ζωή αυτό το φως, ποτέ δε φτάνει η στιγμή για να το βρω.
Ποτό στο χέρι 
και γουλιές με συναντήσεις βιαστικές,
αναμνήσεις που δεν είχαμε ποτέ και όνειρα που δεν κάναμε.
Το εμείς έδινε πάντα μια εντύπωση παραπάνω,
ότι θα μπαίναμε μέσα στον κόσμο τον καταπράσινο που μας περίμενε.
Τώρα το δάσος είναι Μέσα στο ποτήρι κι εμείς το ήπιαμε 
δέντρο προς δέντρο
κι ό,τι οξυγόνο μας απέμεινε
σε φυσαλίδες το κατάπιαμε.
Αναζητήσαμε κάποιον να πληρώσουμε, 
δώσαμε χρήματα τυπωμένα και ζητήσαμε ρέστα,
με άγχος μεγαλύτερο 
και στόχο να περισσέψει κάποιο όνειρο για την επόμενη μέρα αξόδευτο.
Εβαλα το χέρι στις τσέπες μου να βρω το φως που ψάχνεις,
έψαξα δυο και τρεις φορές την κάθε τσέπη
κι ύστερα πάλι.
Εκεί που έβαλα το φως είχα ξεχάσει από πριν λίγο σκοτάδι
ίσα που έφτασε να δούμε πράσινο νέον χρώμα
της εξόδου η ταμπέλα λες και κράτησε τα αποτυπώματά μας.


Κρατάω τώρα στο δικό μου το σκοτάδι
βράδια με αρώματα ξεθυμασμένα,
τραγούδια,ρούχα σου και σημειώματα .
Κάπου ξεθώριασε το άρωμά σου όσο κι αν πάλεψα στη μνήμη μέσα να το κρύψω .
Κάπου το βράδυ δίπλωσε,
τσακίστηκε και με σκέπασε.
Αυτή η ταμπέλα όμως έμεινε εκεί ψηλά να σε θυμίζει και όλα να τα ξεσκεπάζει.

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

Κόκκινη στιγμή



(Giant Red Spot by Cecil Herring)
Κηλίδα από πινέλο και τριαντάφυλλο,
στο χώμα μου μια μυρωδιά ατόφια πέφτει
κι αν το πινέλο έχω στο χέρι ή το λουλούδι
είναι τα αγκάθια η αφορμή να το μαντέψω.
Στάζουν 
τα δάκτυλα μου λόγια 
που έφτασαν σε σένα και λαβώθηκαν
-Οσμή μου κόκκινη κι αγκάθια τόσα, 
δεν έχω πάντοτε λιμάνι να βουτήξω πλοίο - 
κι έχω τα αγκάθια κάτω απ'το δέρμα να φυτρώνουν.
Φωτιά στο βλέμμα και υπερένταση ,
ένα φεγγάρι χρώμα κίτρινο
σε αναμέτρηση καλεί τα λογικά μου,
σε κάτι τέτοια ξημερώματα δεν έχω αντοχή για αναμετρήσεις.
‎Έχω μπροστά μου τις στιγμές τις κόκκινες 
 ...από αυτές που δεν αρκεί ποτέ το χρώμα να τις βάψεις , 
μην τις πειράξεις σκέφτεσαι και τις χαλάσεις , 
έτσι όπως λάμπουν μυστικά μέσα στα σπλάχνα.
Τραβάω λοιπόν 
μελάνι πορφυρό από το αίμα το ζεστό
και δυνατό με κάνει πάντοτε αυτή η κόκκινη στιγμή.
Που αντιδρώντας κάπως έτσι ισορροπώ 
και μες στα σκoτεινa ανάβω το φανό. 
Ο,τι φωτίζω είναι αυτό που θα κρατήσω
δίχως να μοιάζουν οι σκιές
με αναμνήσεις που να θέλω να θυμάμαι. 
Ό,τι το πριν ήταν πολύ 
τώρα μονάχα με μια κόκκινη στιγμή μου μοιάζει.
Μια κόκκινη στιγμή.

Κυριακή 5 Ιουνίου 2011

Ιούνης+Φθορές



Tου Ιούνη οι φθορές 
είναι για κάτι ημερολόγια με φύλλα σημειωμένα
μέρες μετράς μέχρι να βγεις σε άδεια 
-μέχρι να βρεις τι θα γεμίσει τα άδεια-
είναι τα Μην που ξεκινούν οι ΜΗΝες 
και δεν τα θέλουμε στης λέξης την Αρχή.
Είναι ρολόγια δίχως δείκτες,
για του ονείρου σου τις νύχτες που αρρωσταίνουν.
Του Ιούνη οι φθορές
είναι με χρώματα ντυμένες 
κίτρινα και κόκκινα ξεθωριασμένα
για μένα και εσένα 
που τα χρώματα πάντα έλεγαν την αλήθεια...
και τώρα αυτή η αλήθεια αμφισβητείται.
Και μένουν πάντα οι προσφορές 
των αρωμάτων
από αλάτι φρέσκο 
και αμμουδιά φρεσκοαπλωμένη
να θαφτεί ένας χειμώνας μέσα της.
Μένουν οι υποσχέσεις και οι δεσμεύσεις 
για ότι τάζεις να σκεφτείς ξανά και γρήγορα το αναιρείς.
Του Ιούνη οι φθορές 
έχουν και σένα μέσα τους
μια λίστα από σκέψεις που ξεψύχησαν 
μπροστά στην τόση απροσδόκητη απόφαση του θέρους.
Να βρεις χαρές να υποδεχτείς
να έχεις μαγιό και μάσκα έτοιμα να κλέψεις 
σε ένα βυθό όσα σου χρώματα ανήκουν
με μια βουτιά στα φανερά 
και στα αφανέρωτα
με μια ημέρα ηλιόλουστη να καίει 
τα βήματα που κάνεις τα ξυπόλητα.

Σάββατο 21 Μαΐου 2011

στα πρόθυρα

...να βρίσκεις ετοιμόρροπες τις λέξεις 
να βρέχεις τα μπαλκόνια σου με χώμα

να τρέχουν απ'τους τοίχους σου οι σκέψεις
κι εσύ στη μέση 

ρήμα απρόσωπο

στην υποτακτική
να πρέπει να επιστρέψεις.


...να πεις να πάψεις 
να πιάσεις πάτο 
να περιγράψεις

αυτό το λέω στα πρόθυρα
της άνοιξης που άργησε
κι έχει μάτια παντού ,
το χω πάρει μυρωδιά
μια συνήθεια διαρκείας

Πέμπτη 19 Μαΐου 2011

ψίχουλα


Δεν είναι πόσο θα μου δώσεις ,
ούτε πότε,
είναι η συνέχεια που ψάχνω πριν την πείνα
κι αδιαφορώντας 
για κανόνες 
τρακάρω με τις εξαιρέσεις

μα απ'τα ψίχουλα
μαζεύεται το γεύμα.

Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

Μια Πορεία ακόμα

Τα λόγια περισσεύουν κι εγώ τα σπαταλώ 
σκυφτός πάνω από μια οθόνη και έξω οι δρόμοι να στάζουν ασφυκτικά ,
τα λέμε και τα ξαναλέμε
οι καιροί αλλάζουν,
κεφάλια που παραπαίουν και σώματα μαριονέτες
και ένας διπλανός που φωνάζει όταν το δίκιο του μαραζώνει
και όχι όταν το δικό μου απειλείται.
Μια απ΄τα ίδια κι εγώ 
να προσπερνώ πλακάτ που δεν τα έγραψα
να μην κοιτώ εκεί που μου είναι άγνωστοι οι κόποι των ανθρώπων
και να μετράω μέρες εργάσιμες και συνταξιοδοτήσιμες .

 Πολλές φορές σκέφτομαι ότι οι θεωρίες των μαζών
γράφονται για να έχουμε κάτι να ασχολούμαστε
όσο μας χειρίζονται.
Και άλλες πάλι αναρωτιέμαι γιατί τα δέντρα που θα γεννηθούν τετράδια
καύσιμη ύλη δεν τα αφήνουμε να γίνουν .
... μήπως πιάσω κι εγώ ένα σπίρτο
(αφού τα πλήκτρα όλων μας πήραν φωτιά ) .

Τρίτη 10 Μαΐου 2011

Π (Ε) Ι Ν Α


Mε τις τροφές δε μάθαμε ακόμα να μιλάμε,
καμιά προσπάθεια να μάθουμε αν έχουν να μας πουν
ή αν βρίσκουν κάτι θετικό στο να τις καταπιούμε,
μόνο το χέρι μας αρπάζει ό,τι ποθεί το στόμα
κι αυτό που κάπου κάπου αντιστέκεται
δεν το ξεχνάμε,
σε ένα ράφι με τα ανέγγιχτα .

Θα σου δώσω ένα χέρι μου
αν μου πεις πόσο μερίδιο θα αντέξεις 
απ'τη σάρκα μου
και αν έχω δύσκολους τους τρόπους να σε πείσω
μπορώ να δοκιμάσω να γευτώ τον εαυτό μου.
Με ένα βλέφαρο
και με τα μάτια που συχνά μου αναφέρεις
θα σε ταΐσω 
να μου πεις αν σου ταιριάζω ως γεύση,
κι αν θρεπτικά είναι τα λόγια μου σαν πράξεις.
Με μια κουβέντα να ανοίγει η όρεξή μας,
ή μια ταινία,
έναν περίπατο με ήλιο και γυαλιά στα μάτια
θα περιμένω να γευτώ ό,τι δε χόρτασα 
κι ό,τι το στόμα μου γυρεύει ως απάντηση.
Θα σηκωθώ από κρεβάτι 
ξένο , δικό μου ή κοινό μας
και όσα ρούχα μου τολμώ πάνω στο σώμα μου
θα είναι και αυτά δειλά ακουμπισμένα,
έχω το σώμα να προσέχω για τους δυο μας.
Θα σε κοιτάζω με τον ύπνο να μη θες να πάψεις
και θα μιλάω ψιθυριστά τις καλημέρες
με το στομάχι μου να νιώθει μία πείνα ακόμη
κλειδώνω πόρτα και αφήνω νηστική τη μέρα.
Πέρα από σάρκα,έχει μυαλό και απειλές ο χρόνος 
σου δίνει κάτι που μπορεί να στο στερήσει 
κι εσύ τραγούδια αφιερώνεις και στιχάκια
να ξεγελάς την πείνα σου γελώντας 
και με τα μάτια σου να ξέρεις
θα έρθεις ή θα έρθω να σε βρω να μοιραστούμε 
αυτή τη γεύση.

Δεν είναι πείνα όταν μοιράζεσαι τα σώματα
είναι αυτό που σου γεννά 
και που μοιράζεσαι.

* Με αφορμή την ταινία, τις σχέσεις, τα σώματα και τις ψυχές, τα τραγούδια, τις συναυλίες και τα Ραντεβού, τα πληκτρολόγια, τα κινητά και τα μηνύματα, τις λήψεις φωτογραφιών και τις αποστάσεις, τα τρένα και τα μετρό, τους Πύργους που κτίζουμε και τα κάστρα που πέφτουν, τα σ'αγαπώ και τα βλέμματα, τις υπομονές και τα γεύματα



Κυριακή 8 Μαΐου 2011

τασάκι


Μείναμε να κοιτάμε το τασάκι
δίχως καπνό στο χέρι,
μόνο ένα να καίει τα δάκτυλα 
όμως κανείς την κίνηση δεν κάνει να το σβήσει 
είναι ο πόθος μία στάχτη που πολύ μας συντροφεύει
κι όσο θα μεγαλώνει αυτή η απόσταση 
απ'τη φωτιά θα βλέπουμε τι μένει .

Μείναμε να κοιτάμε το τασάκι
και κάπου εκεί που χρήσιμο θα γίνει 
θα το αφήσουμε στην άκρη
άδειο αυτό να μας κοιτάζει,
κι αν η φωτιά στα δάκτυλά μας σβήσει 
τουλάχιστον αιτία να μην ξέρουμε .

Δευτέρα 2 Μαΐου 2011

Kιμωλία


Διάλεξε χρώμα που να βάφει όλο λιγότερο,
στα δάκτυλά σου αποτυπώματα που φέγγουν ήδη,
βγάζουν μια σκόνη που σε πιάνει αλλεργία 

μ' αυτού του ασβέστη τη μπογιά 
 μέγεθος άγραφων λέξεων 
που ψάχνεις τρόπο κάπου ν'ασπρίσεις.

Κι αν έχεις πίνακα μπροστά σου τόσο άδειο
δε φταίει ποτέ η κιμωλία που δε γράφει,
είναι που τίποτα δεν έχεις για να γράψεις.

Να περιγράψεις μόνο ξέρεις πόσο καίει 
αυτός ο ασβέστης στο δικό σου 
μέγεθος άγραφων σκέψεων

Σάββατο 30 Απριλίου 2011

Φερμουάρ

Στο μέλλον ο ουρανός θα έχει φερμουάρ
να γδύνεται μόνο όταν εκείνος θέλει.
Να δείχνει αυτό που περισσεύει
λιακάδα, γυμνό γαλανό,
αναπόδραστο.
Να σε κυκλώνει κάτι που να αξίζει να κρυφτείς,
να επιδρά μια εποχή.
Μέρα, νύχτα, 
χειμώνας ή άνοιξη,

αντί για ανθρώπους που πέφτουν 
οι βροχές είναι γεμάτες απ'αυτούς
πέφτουν ουρανοκατέβατοι.

Εμείς μανίκια πάντα στις βροχές κατεβασμένα .

Στο μέλλον θα τολμάς με επιφυλάξεις,
θα πέφτεις από ύψη 
με χέρια ανοικτά να περιμένουν να σε πιάσουν. 
Στο μέλλον ο ουρανός θα έχει φερμουάρ
Για να σκαλώνεις στα μεταλλικά του δόντια
πέφτοντας.



Κάποτε κι εσύ είχες εποχές.
Κάποτε ήσουν παραπάνω απ'ότι είχες.
Τι σημασία έχει το πέσιμο αν πέφτεις στα πόδια σου όρθιος. 
εγώ αυτό το λέω αναπηρία.

Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

Εδώ κι αλλού (ανάμεσα)

Ανάμεσα στο εδώ και στο αλλού 
υπάρχουν τόσα σώματα με μάρμαρα πλακωμένα.
Με σταυρούς
και λουλούδια πλαστικά 
δίχως νερό να απορροφούν τη θλίψη μας.


Σήμερα πρωί ,
5 χρόνια μετά 
κάναμε εκταφή στη γιαγιά μου.
Και ήμουν εκεί περιμένοντας κι εγώ δεν ξέρω τι
ίσως να δω τι απέγινε
ίσως να θυμηθώ τη φωνή της.
Το μόνο που είδα ήταν χώμα
κι αν άφησα από μέσα μου ένα παιδί να της μιλήσει 
ήταν γιατί της το χρωστούσα.
Δεν ξέρω πού είναι το αλλού της,
ξέρω πόσο πολύ μου έλειψε
το εδώ της.



Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

Μέ (τα) λλον

Στο μέλλον θα μιλάς με τις προθέσεις
όχι τις πράξεις
και όσα σκέφτεσαι θα με ταΐζουν όσο πρέπει για να σε ανέχομαι.
Θα ξεφυτρώνει περιέργεια στο ενδιαφέρον σου
κι εγώ θα κάνω με το χέρι μια κίνηση
από μπροστά μου να τη διώξω όπως τη μύγα.
Κι όπως το χέρι θα σηκώνω
θα ξεγλιστρούν απ΄το ρολόι μου οι δείκτες,
μια κατηφόρα θα περνούν από το μπράτσο μου
και θα τους καταπίνω.
Ο χρόνος θα'χει γεύση από μέταλλο
και δε θα τον χορταίνω.
Κι αυτή σου η πρόθεση
σαν μέταλλο να λιώσω
παίρνει ένα χρόνο και για μένα ακαθόριστο.


Τρίτη 26 Απριλίου 2011

Tσιμέντο

Στις βροχές ανυποχώρητος,
σήκωνες τα πόδια σου στις μύτες λες και θα χόρευες


με το τσιμέντο από κάτω να υγραίνεται 

με χίλια στόματα ανοικτά
και να ζητά να καταπιεί ένα χορό σου.
Κι ύστερα τα μάτια σου,
αφού στο μέσα σου τα βούτηξες
έτσι βρεγμένα και αυτά 


κοιτούσαν τα βήματα σου που δεν έβρισκαν προορισμό.
Τι να σου κάνει όμως και ο προορισμός ,


εδώ στο τσιμέντο έχουμε χορό.






Κι από ψηλά να μας κοιτούν τα δάπεδα δε φτάνει πάλι τη βροχή να σταματήσουν,
κάθε ομπρέλα ξέρει πότε μόνη της να κλείνει.

Σάββατο 23 Απριλίου 2011

Μία στο τόσο

Να γεμίζουν οι δρόμοι με φωτιές 
και με τα χέρια να τις προστατεύουμε,
μία στο τόσο
ένα ξημέρωμα στη νύχτα.
Κι ας είναι ελεγχόμενο αυτό μας το ξημέρωμα
έχουμε δάκτυλα και κάπως τα ζεσταίνουμε
κι άμα τα μάθουμε στη ζέστη,
μετά για να ξεμάθουν είναι δύσκολο.
Κι άντε μετά να πείσεις και τη νύχτα να σβήσει όλες τις φωτιές.

Ανάσταση


Αν σηκωθείς 
κάνε μεγάλα βήματα 
και απομακρύνσου,
πολύ δε θέλουν οι άνθρωποι 
να σε σταυρώσουν πάλι.

Πέμπτη 21 Απριλίου 2011

Δείπνος Μυστικός


Δεν ξέρω πια το μυστικό ή το αφανέρωτο ποιο να'ναι. Μια πίστη μας επότισαν κι αυτή τι να προλάβει να απαντήσει. Νιώθεις ή απέχεις ,πιστεύεις ή ασεβείς ,λόγια απλά είναι όλα που φυτρώνουν στα χωράφια που μήτρα δεν έχουν. Μόνα τους ξεπετιούνται ακόμα κι αν φωτιές τους βάζεις, μη θέλοντας ξανά να πρασινίσουν τη θωριά σου. Τη φωτιά σου τσάμπα τη σκορπάς, αυτά φυτρώνουν μόνα τους κι εσύ θα μείνεις πάντα εμπρηστής τους. Με τη φωτιά την αμφισβήτηση, εσύ θα καίγεσαι.
Αν στα καρφιά πιστεύεις, σήμερα βλέπεις σίδερο και αποστρέφεις το βλέμμα. Για αυτούς που Τον σταύρωσαν, Τον διάλεξαν και Τον μάλωσαν για την ανωτερότητα Του και πώς τόλμησε να γεννηθεί σαν ξυλουργός ενώ περίμεναν το σκήπτρο και το στέμμα. Που θα μπορούσε να κρατά μία δική Του θέση στο τραπέζι και να μη σκέφτεται ποτέ να χαμηλώσει τη φωνή ,να ψιθυρίσει. Καμιά βιασύνη για τα θαύματα, ούτε καμιά υπερβολή, μόνο με τόσα όσα χρειάζεται να θαμπωθεί το γένος. Άντε και κάποιο παραπάνω, για γενναιόδωρο καλό είναι να Τον  ξέρουν αλλά και πάλι όχι ασύδωτο - ο άνθρωπος κακό συνήθειο έχει να ζητά το πιο πολύ και αχόρταγα να το εκπλιπαρεί. 
Κι αν θέλεις και την πίστη σου σημαία να την κάνεις,θα το γυρίσεις τελικά το βλέμμα σου στο σίδερο, καρφιά θα βρεις ένα σωρό, θα τα καρφώσεις μοναχός σε χέρια-πόδια και θα βγεις να σε θαυμάσουν. Με ένα δάκρυ μην περιμένεις θαύματα,τι σόι πιστός του λόγου σου,  δεν τις περνάς τις πύλες τόσο εύκολα , δείξε και λίγο σάρκα. Και τις εικόνες θα φιλήσεις, θα μοιραστείς κραγιόν με όλου του κόσμου τις πιστές και δε θα νοιάζεται κανείς για τέτοια χρώματα τα χείλη που μοιράζονται, γιατί όλοι θα βιάζονται να πουν ότι αναστήθηκε. Ότι Τον σταύρωσαν καλό είναι να ξεχνάνε, για να μπορούν στις προσευχές να Τον θυμούνται δίχως να σκύβουν το κεφάλι, καθώς στις προσευχές ψηλά κοιτάζουν οι πιστοί και δώρα περιμένουν, μόνο σκυλί δαρμένο έχει το κοίταγμά στο χώμα. Κάνε Χριστέ κι εσύ το κατιτίς σου τώρα που κάθεσαι σε πλήρη ανεργία εκεί ψηλά. 
 Αν πάλι δεν πιστεύεις σε μιας ανάστασης επανάληψη, κλείνεις τα μάτια και υποτάσσεσαι στην τσίκνα την μετέπειτα. Εκεί πιστοί και άπιστοι τα βρίσκουν και μοιράζονται τον οβελία εξίσου , σαν χριστιανοί καλοί οι μεν και σαν αρνητικό φωτογραφίας οι δε. Θα ξεχαστούν με το κρασί και θα μοιράσουν τις ευθύνες.
-Εσείς σταυρώσατε, θα πουν, κι εμείς μαζί σας τρώμε, σας συγχωρούμε και εμείς και Αυτός ψηλά που χαίρεται με τούτη τη συγκέντρωση. 
-Εμείς σταυρώσαμε, θα πουν, αλλά εσείς δεν Τον πιστεύετε άρα στα μάτια σας δεν είμαστε φονιάδες γι'αυτό να πιούμε ότι απέμεινε απ'την Άμπελο και από τα σπλάχνα των τετράποδων μας φίλων.
Αυτοί οι φίλοι όμως ξέρουν ποιος βάζει στα χωράφια τις φωτιές και εμπρηστής ποιος γίνεται στην πίστη που δε λέει να φυτρώσει. Κοιτάζουν τα παντέρημα να τρέχουν στα σπαρτά γυμνοί οι άνθρωποι και να λοξοδρομούν, άλλοι για τα νερά να βαπτιστούν κι άλλοι για την ξυλεία του Σταυρού που αναγεννιέται και αυτός και παραδίδεται στους ώμους Του. Ξέρουν γι'αυτό και θα τους ψήσουμε, σε σούβλα πιο ανθεκτική κι από τις πράξεις μας. 
Και θα κερνάμε.Θα κερνάμε και θα κερνιόμαστε για ακόμα μια χρονιά, στο δείπνο είναι μυστικό το ποιος σταυρώθηκε αλλά καθόλου μυστικό το δείπνο.