Ήσουν παιδί όταν ξεκίνησες να ονειρεύεσαι. Μέρες κυρίως και λιγότερο τα βράδια. Τότε το είχες περισσότερο ανάγκη κι αυτή σου την ανάγκη την τάιζες χωρίς δεύτερη σκέψη. Όνειρα μικρά και όνειρα μεγάλα, στρωμένο τραπέζι και αυτά ζεστά, αχνιστά και καλομαγειρεμένα μπροστά σου. Βέβαια σπανίως τα δοκίμαζες, φοβόσουν πως το επόμενο δείπνο δε θα σταθεί αντάξιο εκείνου και ήθελες ανέπαφο να το αφήσεις. Να το λαχταράς, να εισπνέεις τις ευωδίες του, αλλά να βρίσκεις τη δύναμη να μην το αγγίζεις.
Αυτή σου τη συνήθεια την κουβάλησες χρόνια μαζί σου, δέμα μικρό σε μία τσέπη που άλλοτε υπερηφανευόσουν γι'αυτό και το επεδείκνυες αριστερά και δεξιά, χωρίς την πονηριά στο νου πως κάποιος μπορεί να το ορεγόταν και να στο έκλεβε. Άλλοτε πάλι περνούσε μέρες ξεχασμένο σ'αυτήν την τσέπη κι ερχόταν κάποια στιγμή που τα δάκτυλά σου το ψηλαφούσαν βάζοντας το χέρι σου και ψάχνοντας για έναν αναπτήρα, τα κλειδιά της εξώπορτας ή εισιτήρια και ξαφνιαζόσουν, έκανες πως δε θυμόσουν πως ήταν εκεί.
Λέω ''έκανες'' γιατί μεταξύ μας, ποτέ δεν πίστεψα σε φτηνές δικαιολογίες. Aνέκαθεν όμως αυτό το δέμα ήταν ένας λόγος για να σε κρατήσει γερά δεμένο στην πεζή πραγματικότητα. Ίσως από ανάγκη να αποκτήσει αξία, περισσότερη από όση ήδη του είχες αποδώσει. Όσο πιο πεζή και συνηθισμένη ήταν η καθημερινότητά σου, τόσο πιο σημαντικό φάνταζε στα μάτια σου αυτό το πολύτιμο κομμάτι όνειρο.
Κι όταν κάποτε τύχαινε όλα στη ζωή να σου πήγαιναν καλά, όταν έμοιαζαν με κάτι που είχες ονειρευτεί, τότε πανικοβαλλόσουν και σκεφτόσουν πως δε θες να γίνεις μέρος αυτού του ονείρου, πως τότε τίποτα δε θα απομείνει να έχεις για ελπίδα πάνω σου, τίποτα για σανίδα σωτηρίας. Και τα κατέστρεφες όλα. Δεν ήταν δα και τόσο δύσκολο να το κάνεις. Τι πιο εύκολο από το να γίνεις δυστυχής...
Περνώντας όμως ο καιρός, σε έκανε να αλλάξεις γνώμες και διαθέσεις. Οι φίλοι, λιγοστοί έστω αλλά πολύτιμοι, σε συμβούλευαν να κόψεις τις κακές συνήθειες και να επιτρέψεις στον εαυτό σου να πετάξει , να χαρεί αυτά που του έρχονται. Δεν ήξεραν πόσες φορές προσπάθησες, ούτε πόσες φορές απέτυχες. Ήταν όμως τόση η επιμονή τους που πήρες την απόφαση μια μέρα να τους ακούσεις.
Διάλεξες τον ψηλότερο βράχο της ζωής σου , κράτησες μια απόσταση ικανή να σου δώσει φόρα και ξεκίνησες να τρέχεις καταπάνω του. Χωρίς πουθενά να σκοντάψεις, κι αυτό είναι κάτι που σου έκανε εντύπωση, όσο και μένα. Ένα βήμα προτού συναντήσεις το χείλος του σκέφτηκες...''αυτό είναι, αυτό το δέμα δε μου χρειάζεται πια'' και το έβγαλες από πάνω σου , πέταξες αυτό το μικρό πολύτιμο κομμάτι όνειρο στο χώμα και έκανες το κρίσιμο άλμα στο κενό. Και τότε έπεσες.
2 σχόλια:
όνειρα: πάντα είτε φτερά στους ώμους είτε άγκυρες στα πόδια...
Μπορεί και η πτώση να είναι η αιτία όμως για το όνειρο, δεν ξέρω. Ένας τουρίστας μου ψιθύρισε μόλις: dreaming of is almost the truth but... many times the very beginning of a dead end αλλά ίσως να μην είναι από δω κι αυτός επίσης μπορεί να μην ξέρει
Δημοσίευση σχολίου